Αναζήτηση
Αποτελέσματα 101-158 από 158
Ο σπάρος σκάζει τον εχθρό
(1894)
Ερμηνεία: Επί των αδυνατων μεν, αλλά βλαπτοντων τους εχθρούς
Μανδραγούρα κι' ανανίδα κι' άλλο ένα χορταράκι αν το ξεράσ' οι μαννάδες δε θα χάνασ και τα παιδιά τους μέσ' από την αγκαλιά τους
(1895)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Του ευγενικού εφώναζαν κι όπ΄ είχε απελογήθη
(1895)
Εξ Ηπείρου
Είδ' ο γύφτος τη γενεά του κι' αναγλάρωσ' η καρδιά του
(1895)
Αναγλάρωσ'=αναλαμβάνω, αυξάνω, χαίρω
Κυριακάκης κι' Αγγελής επί των ομοίων τα ήθη
(1895)
Αγγελής σημαίνει κ' αλλήθωρος, εναιτής φαίνεται εκ τινός τοιούτου Αγγελή, ως θα ήτο κ' παρόμοιος της Κυριακάκης
Τα νύχια του τάβαλε στην άρμη
(1895)
Ερμηνεία: Επί των καταβαλλόντων πάσαν προσπάθειαν προς επιτυχία σκοπού
Βλέπεις του Πούρκο μελανό, την Αραβίκια μαύρη; λύσε το ζευγάρι σου και πες πως είναι βράδυ
(1894)
Πούρκα=μικρά πεδιάς. Όταν τα μέρη τούτα μαυρίζουν, επίκειται η βροχή
Δεν επυρώθηκα από τον ήλιο, θα πυρωθώ απο το φεγγάρι
(1894)
Επι των μη αναμενόντων βοήθειαν παρά ξένων, κατωτέρων
Το 'δωσες κοφτό θά το πάρης τουρλωτό
(1894)
Τουρλωτό = γεμάτος, κυρ. Κοίλος
Ρούχο ραμμένο και σπίτι σκεπασμένο
(1894)
Ερμηνεία: Επί πραγμάτων, άτινα δέον να είναι έτοιμα προς αποφυγήν δυσχερειών
Το παιδί που θε να κλάψει με τη μάννα του στρεινιάζει
(1894)
Στρεινιάζει = Αυθαδιάζω, αντιλέγω (αρχ. Στρηνιώ)
Της νύφης τα προκειά σαν της Λαμπρής τ' αυγά
(1894)
Σημείωση: Εν Μάνη (τη κυρίως Μάνη) άγνωστος ακόμη
Του πραματευτή τ' άλογο πρέπει ναναι κουτσό
(1894)
Διότι δεν πρέπει να βιάζεται
Σταλιάζει ο διάβολος στου σιγαλού τον κώλο
(1894)
Σταλιάζει = κυρίως επί των ποιμνίων ισταμένω υπί σκιάν την μεσημβρίαν
Άκληρος και άπονος
(1895)
Ο στερούμενος τέκνων κληρονόμων δεν λυπείται επί τη απωλεία των τέκνων των άλλων, ουδέ συμπονεί εν ταις δυστυχίαις
Σούρν' ο Τάταρης εννέα αδερφούς δεμένους
(1894)
Αγνοούμεν την αρχήν
Ακόμη δεν εσφάξαμε, σουβλί 'κονομούμε
(1894)
Άνθρωποι τις έχουν ανάγκην υποδημάτων εφρόντιζε πριν σφάξη τον χείρον να οικονομήσει το σουβλί.
Όπου κρατάει είναι ταύρος, κι' όπου ζητάει είναι τράγος
(1894)
Ερμηνεία: Μακάριοι οι κατέχοντες
Απιστία, βρε Μανιατες γράφετέ μας για χωριάτες
(1895)
Η αρχή εκ της εισβολής των Αράβων δια του Δίρου, άνευ εν θέση Κάμαρις ήτο ην πλειομένης η οικογένεια Γεωργιβέλου εν πυργώ. Προσηληθείσα εις παράδοσιν απάντησεν οτι παραδίδεται μόνον εις τον αρχηγόν , αν παρουσιασθέντα ...
Κολοκύθια στην ουρά του και άγρια ρίγανη στ' αυτιά του
(1894)
Ερμηνεία: Επί αναξίων οίκτου
Αγριεύει ο κλέφτης, σουφρώνει ο νοικοκύρις
(1894)
Σουφρώνει = ζαρώνει
Με φάγασι και με ψήφασι του Μαρτιού οι αποταχινές του Μάϊ τα μεσημέρια
(1895)
Αποταχινές = πρωινή ώρα
Το Σκιγιάτη σκίζα όργωνε και το βρωμαλίτι σπέρνε
(1894)
Σκιγιάτη = φεβρουάριος, (σκιΓιας 'ς σκιάς = φρικτός), βρωμαλίτι = ο δεκέμβριος, σκίζες = τα διηρημένα εις τεμάχια χωράφια
Το ροΐ και το τσουβάλι θα μας φάη το κεφάλι
(1894)
Ροΐ = ελειδοχείον μικρόν
Ξέρει τον άμπακα
(1895)
Είναι πολυμαθής
Πέσαν όλα τα βουνά η Αραβίκια κι' ο Λαγκιάς
(1895)
Αραβίκια κι ο Λαγκιάς είναι όρη. Επί μεγάλης επιτυχίας
Αύγουστε καλέ μου μήνα, να ήσουν δυο φορές το χρόνο
(1895)
Δια την αφθονία των καρπών
Α δε σπάσ' ο ζουρλός το ροΐ, δεν αλείφει το κεφάλι του
(1894)
Ερμηνεία: Επί των πραττούντων τι ανοήτως μετά ζημίας
Όπου σπείρι και δε σπείρει, τον α(;) Μάϊ ματανοιώνει
(1894)
Διότι και ο πολλά σπείρτας και με ευτυχήσας μετανοεί και ο ολίγα εαν ο χρόνος είανι ευτυχής, μετανοεί
Τον έφαγε του παπά το σκυλί
(1894)
Ισοδύναμων τι: των πονεί το δόντι
Σρ σπέρνω, σικαλίτσα μου, κι α σε φάνε γίνεσαι, κι α δε σε φάνε, δε γίνεσαι
(1894)
Επειδή η σίκαλη ουδεμίαν έχει αξίαν, ο γεωργός όταν την καταστρέφουν ποίμνια, ωφείλεται περισσότερον αποζημιώμενους
Το παιδί που θα στρηνιάζη με το μπάρπα του θα κλάψη
(1894)
Στρεινιάζει = Αυθαδιάζω, αντιλέγω (αρχ. Στρηνιώ)
Το σκύλο κάνεις σύντεκνο, και μια ματσούκα βάστα
(1894)
Σύντεκνος = σύντροφος, κουμπάρος
Καλύβι καλυβάκι μου και πορδοκαλυβάκι μου
(1894)
Ερμηνεία: Επί των προτιμώντων τα εαυτώ
Αν δεν έρθου τ' άη Στρατηγού, θάρθου τ' άη Φιλίππου, κι α δεν έρθου τ' άη Φιλίππου, θάρθου τα Νικολοβάρβαρα, με παιδιά μου, με σκυλιά μου μ' όλη τη φαμελιά μου, τους ρασοφόρους προσκυνώ, τους ρασοφόρους χαιρετώ και με τα γδύμνια κουκολάτα έχω ντράβαλα με δαύτα
(1894)
Στρατηγού σημαίνει του Αρχαγγέλου Μιχαήλ