Αναζήτηση
Αποτελέσματα 6301-6400 από 6601
Δος του λολλού να πιη, να δης τον νου του
(1896)
Ότι η μέθη προδίδει τα ελαττώματα
Δε(ν) κάμνουν νόμον, για το(ν) Κουμεντήν
(1896)
Ότι το έθος επικρατεί
Λείπ' ο κάττης κι αρκιούν(ν)ται οι ποντικοί
(1896)
Επί των ατακτούντων εν απουσία των προϊσταμένων των
Απαπαντή δεν ΄χιόνισε κ΄η γρηαίς αρνιά ΄νέθρεψαν
(1896)
Ερμηνεία: Όταν κατά την εορτήν της Υπαπαντής δεν χιονίζει είνε καλός οιωνός επί των ποιμνίων
Η πείνα τον ευγενικός, α(δ)ιάντροπο(ν το(ν κάμνει
(1896)
Αναγκα και θεοί πείθονται
Ο παντρεμένος καθ' αργά θέτει με την κοκόνα, κι' απάντρευτος 'σαν γάιδαρος θέτει 'ς τον αχεριώνα
(1893)
Εν λεξιλ. σελ. 158: Κοκκώνα = Κυρία, κυρά σύζυγος κλπ
Θα βρεθούν για τη γούνα σ' ράμματα
(1892)
Ερμηνεία: Έσται δίκης οφθαλμός
Όταν δεν έχεις κανένα να ρωτήσης, ρώτα και το μπαστουνι σου
(1893)
Ερμηνεία: Μη αποφασίζης σπουδαίον τι μόνος σου
Καλότυχη που ν' επάντρεψε με μια πήχυ παννί μοναχα
(1893)
Ερμηνεία: Δηλαδή με το ναβανον μόνον χωρίς να την προικίση
Τώρα είν το νερό ζεστό και το ποτάμ' σιγαλό
(1893)
Ερμηνεία: Επί άρσεως των δυσχερών και πάσης ευκολίας προς επιτυχίαν
Που είν' αυτός, που είν' εκείνος
(1893)
Ερμηνεία: Διαφέρουσι
Να τον φυσήης πέφτει
(1893)
Ερμηνεία: Επί φιλασθένων και ετοιμοθανατων
Είναι πειρασμός
(1893)
Ερμηνεία: Επί των ευφυών
Έχ' τόμ πλούτο τ' Κροίσ'
(1893)
Έχει παρά με νουρά
(1893)
Εγιώ μην εις τον πόλεμον, κι άνδρας μου μου 'φηγάτον
(1896)
Επί των αφηγουμένων ψευδώς
Βγάλε 'πό κει που κρέμμεται, και β]άλ' εκεί 'που χάσκει
(1896)
Επί των οικονομούντων
Βρωμείς κ' εσύ κι ατός σου, βρωμεί κι αθθότυρός σου
(1896)
Ότι αι αμοιβαί του γλίσχρου είνε επιβλαβείς
Δανείζου καλοπλέρονε, και πάλι στρέφε κ' έπερνε
(1896)
Λαβών απόδος και πάλιν λήψη
Δ]ανεικά κι' α[δ]ιά[βε]ρτα
(1896)
Επί των μη αποδιδόντων τα χρησιδάνεια
Βρωμείς δεν βρωμείς, δικός μου 'σαι
(1896)
Επί των συμπαθούντων τοις οικείοις
Βρέξε κώλο ν φα [γ] ε ψάρι
(1896)
Τα καλά εν κόπω κτώνται
Σα(ν) θέλ' η νύφφη κι ο γαμβρός, τύφλαις να 'χ' ο πεθθερός
(1896)
Επί των άνευ της γνώμης των γονέων των συζευγνυομένων
Όλ' έχουν για τον μισσευμόν κ' η γριά 'χει για το θέρρος
(1896)
Ερμηνεία: Ότι έκαστος προς το συμφέρον του αποβλέπει
Πέθανι πιθιρά μ' άδιασε γουνιά μ'
(1890)
Λέγεται υπό τινων εποδών ποιησαμένων τας κατά τας εργασίας αυτών παρουσιασθείσας δυσχερείας, μεταφορά ενταύθα εκ των οικτρών σχέσεων νύμφης και πεθεράς, ης αποθανούσης χαίρει η νύμφη ως απαλαγείσα δεινών υποχρεώσεων
Ξεύρ' ο θιός που 'ν' τά πλούτη
(1893)
Εις τους χάνοντας εν τοίς χαρτοπαιγνίοις
Ο Κούτσης με το λάλα είναι ο σκύλος με τη γάτα
(1891)
Ερμηνεία: Επί αδιακόπως φιλονικούντων κ' διαπληκτιζομένων
Με το σήμερο και με το αύριο
(1892)
Ερμηνεία: Δι αλεπαλλήλων αναβολών
Όπου σπείρι και δε σπείρει, τον α(;) Μάϊ ματανοιώνει
(1894)
Διότι και ο πολλά σπείρτας και με ευτυχήσας μετανοεί και ο ολίγα εαν ο χρόνος είανι ευτυχής, μετανοεί
Τον έφαγε του παπά το σκυλί
(1894)
Ισοδύναμων τι: των πονεί το δόντι
Ζήε, γέρο, να μαθαίνης
(1890)
Θα πη πως όσο περνα ο καιρός τόσο μαθαίνει κανείς πράματα που δεν τάξερε πριν, όσο γερνα ο άνθρωπος μαθαίνει
Ου παπάς όντας πειναη, ου διάουλους να φυλάη
(1893)
Ερμηνεία: Επί ιερέων λαιμάργων
Είν' απ' την Πάρου, δεν είν' απ' την Τήνου
(1893)
Ερμηνεία: Επί των επιτρεπών εις το λαμβάνειν μάλλον ή εις το διδόναι
Ικεί 'π' δε σι σπέρν' τί φυτρώντς;
(1893)
Ερμηνεία: Επί πραττοντων τα μη ανήκοντα
Οι δυό τον έναν δέρνουν τον, κ' οι τρείς καταπονούν τον
(1896)
Ότι η μεγαλητέρα δύναμις καταβάλλει την μικροτέραν, ου δ' Ηρακλείς προς δυό τους γαρ Μιλιωνίδας έφυγεν
Ανύπανdρος προξενητής, για λό(γ)ου του γυρεύγει
(1896)
Άχαρος προξενητής εαυτόν αφορά
Άλλος έχει τ' όνομα, κι' άλλος έχει την χάριν
(1896)
Επί των στιγματιζομένων αθώων αντί των ενόχων
Ήρταν τα πετούμενα, να βγάλουν τα καθούμενα
(1896)
Ερμηνεία: Επί των νεωστί αφικνουμένων όταν πιέζωσι τους αυτόχθονας
Ήτον άσουρα τ' αρνιά, είχασιν κι ορίαν πλατειάν
(1896)
Επί ασήμων μεγαλαυχομένων
Η καλή 'μέρα, που το πορνό(ν) δείχνει
(1896)
Ότι ο ικανός εκ νεότητος δελούται
Η καλή γυναίκα, φαίνεται ΄που τα ΄μμάδια
(1896)
Επί απρονοήτων
Η κάττα για το ψάρι, πουλεί τ' αμπέλι της
(1896)
Επί αδηφάγων
Όπου ε έσει παληό καινούρζο ε ποτάσσει
(1894)
Ποτάσσει = Αποκτά
Το μη σε μέλλει μη ρωτάς
(1894)
Τ μη ερώτα περί ου δεν ενδιαφέρεσαι
Η πουτάνα θέλει να κρυφτή κ' η χαρά δεν την αφήνει
(1891)
Ερμηνεία: Επί των κακών υπό της χαράς προδιδομένων
Κ' η αχερού τον άντρα της με τις πραματευτάδις
(1891)
Ερμηνεία: Επί επαινούντων τους μη επαινετους οικείους
Παρασκή λι(γ)οψωμούσα Σά(ββ)ατο μέρα κοντουσα
(1893)
Καταληπτή
Σκύλος που δε βακά όσο θέλ' ας γαυγίζη
(1893)
Βακά = δαγκάνει
Όπου γυρεύγη τα πολλά χάνει και τα λία
(1893)
Λία = λίγα
Απου περγελάξη ρίγλα τρούλλα το παθαίνει
(1891)
Ερμηνεία: Όταν μετρήται ο σίτος γεμίζεται το κοιλόν άνωθεν των χειλέων (κούμουλα ή τρούλα) ξ' είτα δια σπαθωτου τινός ξύλου (ρίγλας)
Απου περγελάξη ρίγλα κώμουλο το παθαίνει
(1891)
Ερμηνεία: Όταν μετρήται ο σίτος γεμίζεται το κοιλόν άνωθεν των χειλέων (κούμουλα ή τρούλα) ξ' είτα δια σπαθωτου τινός ξύλου (ρίγλας)
Την προβιά και τ' άλλα ρούχα
(1892)
Ερμηνεία: Φέρεται περί των εκδιωκομένων εκ μεταφ. από του αναχωρούντος και παραλαμβάνοντος μεθ' εαυτου απάσας τας αποσκευάς του
Γενού προφήτης και πάρε τα μισά
(1892)
Ερμηνεία: Φέρεται όταν δυσκολεύηται τις να προϊδη τα συμβαινόμενα
Τον παίζει απάνω στα δάχτυλά του
(1892)
Διαθέτει τινα κατά βούλησιν
Παίζει του παρά με την μπάλλα
(1892)
Ερμηνεία: Εις ένδειξιν αχρηματίας, είναι δηλαδή τόσον μακράν απ΄αυτου το χρήμα, ώστε μόλις διά σφαίρας πυροβόλου δύναται να το καταφθάση
Θαρρείς και πράμα ν' ήτονε; Πέντε χρονώ στο μούσκαρο!
(1892)
Ερμηνεία: Φέρεται ειρωνικώς περί των ζωοκλόπων, οι οποίοι συλλαμβανόμενοι αιτιολογούνται, ότι το κλαπέν ήτο ευτελούς αξίας, προς μετρίασιν της σπουδαιότητος του εγκλήματος
Η αγία ράβδα το ξέρει
(1892)
Ερμηνεία: Φερεται εις εκφοβισμόν τινος, είτε εις δηλαδή ότι ράβδισμοί έσχον αποτέλεσμα
Αλώπηξ: Κάλλια έχεις τρία μηναράκια ή δύο βδομαδούκλες – βδομαδούκλες; Λύκος: Κάλλια έχω τα τρία μηναράκια
(1895)
Ερμηνεία: Ο λύκος γελασθείς εκ του υποκοριστικού της λέξεως μηναράκια προτίμησεν αυτά και εκ τουτου γεννα μετά τρεις μήνας η δε αλώπηξ μετά 15 ημέρας
Και παπάς έγεινες Βάγια; Έτσί το ήφερε η κατάρα
(1893)
Ερμηνεία: Εις λέγουν ο περιβόητος μεσίτης του Αλή πασά Βάγιας εφόρεσε ενδύματα ιερέως ποτε ένα εισχωρήση παρά τινι οικογενεία προς εξυπηρέτισιν των αισχρών επιθυμιών του κυρίου του, σημαίνει δε η παροιμία ότι η αναγκη και ...
Πάρτε τ' και τ' αμπέλια και τα χωράφια τώρα
(1893)
Ερμηνεία: Εις βαρέως υπνώττπμτας και μη αντιλαμβανομένους των περί αυτών υπό των πέριξ οικείων λεγομένων
Για τουτο τρώει το φίδι για να πονέση
(1893)
Ερμηνεία: Συνέπεια της συμφοράς και θλίψις
Κόφτει και ράφτ(ει) και κόφτ(ει) και bάφει
(1893)
Ερμηνεία: Φλυαρεί
Τ' αυγά μι πουρδές δε βάφονται
(1893)
Ερμηνεία: Ότι μάταιοι κ' λόγοι κι μη και τα έργα παρή
Εχ' ποδάρι
(1893)
Ή τον ακούει το ποδάρι, ή το λέει το ποδάρι του, ή φεύγει το ποδάρι του, ή φουτράει το ποδάρι του. Ερμηνεία: Επί υπερβολικής ταχύτητος
Αλλοίμονον απού πεινά κι ερπίζει 'που τη(ν) γειτονειά(ν)
(1896)
Επί των φρούδα ελπιζόντων
Έχου(ν) και το(ν) μπάρμπα Γιάννην, σάιν το(ν) γά(δ)αρον που κλάνει
(1896)
Επί ασήμων
Έχει κι ο οβρηός σπαθί, κ' εις το κρούσσος θέ να βγή
(1896)
Επί δειλών καυχομένων
Εσύ γρηά που διακονάς αλεύριν έχεις και πουλάς
(1896)
Εις τους υποκρυπτομένους επί ανεχεία
Η καυχήθη το τσουκάλι, πως έχει σημένιο κώλο κι' ηπολοήθη το κουτάλι έννοια μ' εγώ σε ξέρω
(1894)
Ερμηνεία: Εκαυχήθη η χύτρα ότι έχει πυθμένα αργυρόν, του είπε δε το κοχλάριον, μη δε μέλλει και σε γνωρίζω καλώς
Το Μα προείζου το νερό, τον Άουστο σταφύλι
(1894)
Κατά τον Μάϊον να πιης ύδωρ και τον Αύγουστον να φάγης σταφύλας