Αναζήτηση
Αποτελέσματα 6801-6900 από 7438
Δεξά χέρα 'ναι κι' ο λωλός μέσ' στο σπίτι
(1876)
Ερμηνεία: Βοηθά προχείρως
Το κακό εμπαίνει με το σακκί και βγαίνει με το βελόνι
(1876)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Ό,τι λάβ' η νύφη στον Παστόν
(1876)
Ο πάστος
Ήφταξεν εις το νυν και αεί
(1876)
Κατόπιν εορτής
Ξέρ΄ ο λύκος που ν΄ τ΄ αρνί
(1876)
Όλους τους έχει σε μιαν μεριάν κι εκείνον στην άλλην
(1876)
Τον υπερφιλεί
Με τον μόδον φάε πιε, με τον μόδον και κοιμήσου
(1876)
Μέτρω μεν φαγέειν, πιείν και μυθολογέειν
Εμετάνοιωσες παπά; Το λουρίν από την ράχη
(1876)
Μύθος
Δεν αποτάζει μήδ' ασκί, μήδε φλασκί
(1876)
Ούτε πολύ, ούτε ολίγον
Εδώκαν του φτωχού αυγό κι' εζήτηξεν κι' αλάτσι
(1876)
Ίσα, ίσα, εξωφλήσαμε
Αξάπλωνε τα πόδια σου κατά το πάπλωμά σου
(1876)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Πώς οι βουδιές στο πατερό;
(1876)
Ανέκδοτη: Λόγιος ηγνόει πως το βόδι εκατουρησεν
Η δουλειά ντροπήν δεν έχει
(1876)
Έργον ουδέν όνειδος, αεργίη δέ τ' όνειδος, η στόδος
Μα το ναι και μα το όσι και μα το νερόν που τρέσει
(1876)
Μύθος
Αντόν σου λέσιν και μεθυάς, βάστα τον τοίχον και πήαινε
(1876)
Πίστευσε την φήμην
Εσέν' τα λέω πεθθεριά, για να τ' ακού' η νύφη
(1876)
Ιστορική
Καμός οπού 'ναι κι' ο λωλός
(1876)
Αντόν δης κολοκυθάκι, αποσπέριζε λιάκι, κ ιαντόν δης την κολοκύττα αποσπέριαζ' όλη νύχτα
(1876)
Κολοκυθάκι = Ιούνιος, Ιούλιος
Ο λωλός μήδε καί'ται μήδ' εργά
(1876)
Μήτε καίεται, μήτε κρυώνει
Τον Μάρτην το πωρνό ψοφά ο γάδαρος και το μεσημέρι βρωμίζει
(1876)
Ψύχους – ζέστης
Τον Μάρτη κάν' εργάτες κι' ας ήναι κι' ακαμάτες
(1876)
Ερμηνεία: Διότι μεγάλαις είναι ημέραις
Τον Μάρτη ξύλα φύλαε, μην κάψης τα παλούκια
(1876)
Ερμηνεία: Άλλως θα κάψης και τους πάλους του σπιτιού του Μάρτη
Ήρτεν ο κόμπος στο χτένι, γη ο κόμπος θα κοπή, γη το χτένι θα σπάση, ένα θα ν' από τα δυο
(1876)
Ερμηνεία: Επί ξηρού ακμής στον Πόντο
Από τα μάτια δεν ήμπλεψα κι΄ από τα φρύδια θα δω;
(1876)
Υποδηλούται, άσεμνον
Αποκρηά χωρίς κρήας, τυρινή χωρίς τυρί, χωρίς ψάρια των Βαγιών, Πάσκα με χωρίς ψητό
(1876)
Κρήας ή κρηαίς
Πόσα θωρούν τα μάτια μου κι' ο νους μου τα σκεπάζει
(1876)
Μέρος άσματος ... πόσα θωρούν τα μάτια μου κ' η πληωμένη μου καρδιά κλαέι κι αναστενάζει
Ο μεθυσμένος κι ο δαιμονισμένος είν΄ το ένα
(1876)
Η μέθη μικρ.
Εν ω ευρώ σε, εκεί και κρινώ σε
(1876)
Γραφτό
Είπα 'γω πολλά και σώνει ας λαλήση κι' άλλ' αδόνι
(1876)
Τούτο εν τέλει τοις διστίχοις
Για το κομμάτιν το λαρδί θα πω την κάτταν πεττεριά;
(1876)
Δεν την λέω δα
Είντα να πω, κι' είντα ν' αφήκω!
(1876)
Τι μεν πρώτον τι δ' ύστερον
Πε μου το, να μη σου το πω
(1876)