Αναζήτηση
Αποτελέσματα 6201-6300 από 7438
Τον ήφαεν ίσα με το κόκκαλο
(1876)
Μακρύς άντρας άγγελος, μακριά γυναίκα δαίμονας
(1876)
Παρεμφερής: Ψηλός άντρας άγγελος ψηλή γυναίκα δάιμονας
Αι δέ γ' ελπίδες βόσκουσι τούς κενούς βροτών
(1876)
Ιταλ.: Chi vive sperando, mori cacando
Ελία ν΄τα έτη του
(1876)
Ελίαν = λίγα. Και μεταφορ. επί ζώων, αγγείων, θέσεων
Η γυναίκα έχει μιά τσίππα στο πρόσωπο και σαν την εβγάλη, παέι πιο
(1876)
Το παν ετελείωσε
Την δουλειά σου και θά πάμεν πρίμα
(1876)
Τον χαβά σου ... Ειρων επί αδρανών
Σαν το 'σφαξες δα, γδάρε το κι όλα!
(1876)
Τελείωσον, σαφίνισον, [να το γδαρε]
Όλα τα δαχτύλια δεν είν' ίσα
(1876)
Εν ηξέρει σε ποια νερά ΄ρμενίζει
(1876)
Τι;
Εβούλησε σαν τα Κάκκαβα
(1876)
Κάκκαβα = Θέσις παρά τα Μύρα της Λυκίας και εν Κεφαλληνία παράλιος, ηφαίστειον
Της Λωλοκαλής τα κολόβια
(1876)
Πίνε νερόν να κάνης ψείρες
(1876)
Ούτω λέγουν οι οινοπόται τας υδοπόταις ίνα καλύψωσι το ίδιον αίσχος. Η αλώπηξ του μύθου
Και το νερόν τρυπά των πέτρα
(1876)
Σταγόνες ύδατος πέτρας κοιλαίνουσι
Πόχει γρόσα, έχει γλώσσα, που δεν έχει γρόσα, μηδέ γλώσσα
(1876)
Ή : Έχεις γρόσα ; έχεις γλώσσα
Μηδέ στα πανιά πιάνεται, μηδέ στα κουπιά
(1876)
Μεταφορικώς τρικυμία
Τον Μάη γέψου το νερόν, τον Άοστον σταφύλι
(1876)
Καιρός παντί πράγματι ου μόνον δεν βλάπτει, αλλά και ωφελεί εις το καύμα του θέρους νερόν
Να κόψ' αυτός την βράκαν του, να κάμ' αυτή φουστάνι
(1876)
Ερμηνεία: Επί πενόντων νυμφευομένων
Στούρα τα ικάμπια κ' η ποταμιά γραμμένη
(1876)
Ιστορική
Και που σε πάσιν, ξένε μου, στον Άϊν Αθανάση
(1876)
Νεκροτ. δι Αθανασίαν
Γειά στα νύχια σου και κομμός στα δάχτυλά σου
(1876)
Ερωνία και κατάρα υπό σχήμα ευχής
Πρώτα να ξολολοηθής κ' ύστερα να περάσης
(1876)
Ερμηνεία: Κίνδυνος
Ρίχτει πίσω την αρένταν της εμπόλιας της, να κάμη λόγια
(1876)
Παρεμφερής καβγάς
Κελλίο μου, κελλίο μου, σήμερον εμού και αύρι ετέρου και ουδέποτε τινος
(1876)
Εν τη Μονή εύρηται λαξευτόν
Αϊ, καμένον καλάθιν, κ' αν ήξερες τούρκικα να 'μιλεις
(1876)
Ότι το καταχρώνται
Δεν κλαίω, Μοίρα, τα 'παθα, μόνον τα θέλω πάθω
(1876)
Ανέκδοτη εις φούρνον εν μετώπω
Εμείς αν δεν εμοιάζαμεν δεν εσυμπεθεριάζαμεν
(1876)
Ερμηνεία: Εταιριάζαμεν
Εγώ το λέω, εγώ τ' ακούω
(1876)
Τ' = τα
Του χωριάτη το σκοινί μονόν δεν εφτάνει και διπλόν περισσεύγει
(1876)
Εν θήρα τανάπαλιν “διπλό δε σώνει και μονόν περισσεύγει”, ύπερ άλογον
Πότε πήττα και φλασκί, πότε πήττα μοναχή
(1876)
Φλασκί = κρασί
Των παλαιών τα λόγια δεν παρέρχουνται
(1876)
Οι δε λόγοι ου μη παρέλθ.
Σαν του πετεινού τα καμίσα
(1876)
Τα καμίσα = τα γαμήσια (;)
Ο παππους μου κ΄η λαλά του τέσσερα μερόκωλα
(1876)
Ήσαν ανδρόγυνον, ημείς δε πρώτα ξαδέλφια ή η μάννα σου κι' αφέντης μου;
Όπου οίνος και γυνή ουκ έστι χρεία του σατανά
(1876)
Το εύρον εν τινι περιθωρίου (;) λανσαϊκού (;)
Χάρη σόχω, κάβουρα, να πηδάς στα κάρβουνα. Σαν πηδάς στον ποταμόν, τότε τον επηδώ κι εγώ
(1876)
Ίντα χάρη σόχω 'γω;
Μάης είναι τώρα γη κλου;
(1876)
Φιλεργία, σύντονος εργασία, προ της Ανατολής εγείρονται, βία, προσπάθεια, το θέρος δεν προσμένει, σταυροκοπιούνται. Εκ του Θεού δεν άρχεσθαι
Επήε να πιάση κι επιάσαν τον
(1876)
Μύθος αλώπηξ και βάτος
Δεν τους λέω πιόν τους ρεσκους
(1876)
Σημείωση: Ίσως από το παιγνίδι με τα νομίσματα
Κι' από διάκρισιν, ας πη κι' άλλος!
(1876)
Του γαδάρου
Όποτε θέλ' ας είν' Λαμπρή, φεγγάρι θα 'χη την αυγή
(1876)
Ο λόγος; Ιδέ Πανδ. ή μαθ. Γεωγρ., να γραφή η Κυριακίδη