Αναζήτηση
Αποτελέσματα 5701-5800 από 7438
Με τον καιρόν όλα περνούν
(1876)
Τουρκική: Και τούτο θα περάση
Χτίζε – χάλα, δουλειά να μή σε λείπει
(1876)
Ράβγε ξήλωνε ... ιστός Πηνελόπης
Γύρισε κι απογύρισε και να μαι πάλι πούρτα
(1876)
Γύρισε ξαναγύρισε
Κατά τον καιρόν κι' ο χορός
(1876)
Το κουκκίν και το ροβέττι εγελάσασιν τον κλεφτη
(1876)
Διότι ταχέως γίνονται
Κόσμε Ψεύτη, κόσμε πλάνε πες μου, τα καλά σου ποια 'ναι;
(1876)
Ζαμπετής
Η κουρούνα για να μάθη την πορπατιξά της πέρδικας, ήχασε και την ιδικήν της
(1876)
Ή η κουρούνα για να μάθη το περπάτημα της πέρδικας, ήχασε και το ιδικόν της
Μη φάω κρέας εις τον αιώνα!
(1876)
Η κουφή κοιλιά λόγια σεν ακού'
(1876)
Αλωά γαστήρ ουκ αλέγει ρήματα
Είπαν του λωλού να κάμη κ' ήκατσεν κι' εξεκωλώθη
(1876)
Υποδηλούται άσεμνον (να χέση)
Αναστεναγμός και λύπη από πάνω μου δεν λείπει
(1876)
Χορευτικό
Γελά δ' ο μώρος καν τι ετσά
(1876)
Ετσά τσα = Αναιτίως
Οι λύπες κόβγουν γόνατα κ' οι λογισμοί γερνούσιν κι' εγώ που τάχω και τα δυό, πως δεν με κατελυούσι
(1876)
Οι πίκρες κόβγουν γόνατα κ' οι λογισμοί γερνούσιν κι' εγώ που τάχω και τα δυό, πως δεν με κατελυούσι
Ήφηκεν την δέσιν κ' ήπιασεν την λύσιν
(1876)
Το τρίβων
Λύπην που σφαλά η πόρτα απόξω, μην την λογαριάζης
(1876)
Δεν είναι τίποτε
Κουνιέται και λυγίζεται σαν λεμωνιάς κλωνάρι
(1876)
Κουνιέται ή σειέται
Κούκος δεν διαλλάζ' από πίσω της
(1876)
Ουδείς αρμαστός
Ως τον εθέκαν μέσ' στο κόσκινον
(1876)
Πως; Μωρός;
Όλα 'ναι φάδια της κοιλιάς και το ψωμί στημόνι και το καμένον το κρασί όλα τα στερεώνει
(1876)
Στερεώνει = αποστομώνει, θεμελιώνει
Ποιός ακού ένα πρόσωπον και κρίνει δύο;
(1876)
Ή ποιός θωρεί ένα πρόσωπον και κρίνει δύο;
Το κρίμαν εγγαστρώνεται με τον καιρόν γεννιέται
(1876)
Η το κρίμαν εγγαστρώνεται κ' η αδικία γεννιέται
Ό,τι μούζα, ό,τι στάχτη, κρίμα στο μισό ρεάλι
(1876)
Διήγημα ανέκδοτον αισχρόν
Κρίμαν τον πύργον να ραη, τον κάστρο να χαλάση
(1876)
Και μοιρολόϊ
Όπ' ο κόσμος κι ο Κοσμάς
(1876)
Ό,τ' ο Κ...
Μιάν κρύα και μιά βραστή
(1876)
Βραστή ή ζεστή
Καλά μου τα κατάφερες!
(1876)
Κυριολεκτική και ειρωνική επί αποτυχία
Ενεμομπλάσαν σαν του λαού τα παιδιά
(1876)
Λαού = λαγού
Τον άγουρον απότριβγε, την κόρη θερμολόα
(1876)
Ιατρ. Λέγουσιν αι μαίαι
Κατέβα, κούτλη, δος τ' αμπά
(1876)
Βούδι εις κατσίκι ακέρατα αμφότερα
Τα λόγια του 'ναι κούφια καρύδια
(1876)
Σάπια
Η καλή κρασοκανέττα μου κάμαν τα πάντα νέττα
(1876)
Φέραν...
Στις κρίσες, που κερδέξη, βγαίνει με το πουκάμισο, που χάση βγαίνει γδυμνός
(1876)
Κρίση = δικαστήριο
Έννοιωσαν μας κ' οι Κρηδικοί πως είμεστεν Χανιώτες
(1876)
Ή εμάθαν μας κ' οι Κρηδικοί πως είμεστεν Χανιώτες, κηρδικοί ουρανισκόφ
Κρηδικόν κι' αν κάμης φίλο, βάστα και κομμάτι ξύλο
(1876)
Ή Κρηδικόν κι' αν κάμης φίλο, κράτει και κομμάτι ξύλο
Τρώοντας ανοίει η όροξη
(1876)
Όντως, όσον τρώγει τις ανούγει η όρεξις όσον πλουτεί, τόσον θέλει, όσον πίνει, τόσον θέλει αποχρυσούται