Αναζήτηση
Αποτελέσματα 17301-17372 από 17372
Άρα και κατάρα το ταμάχι
(1876)
Σαν αθρώποι 'ν κι' οι Τούρκοι
(1876)
(εννοούν)
Κατά πως βλέπω, δεν θα κάμωμεν μαζί ταξίδι
(1876)
Δεν συμφωνούμεν
Δεν είναι σφάρμαν των Τουρκών, πως ζουν ακόμ' οι Χριστιανοί
(1876)
οξύμωρον;=θέλουν, αλλ' αδυνατούν
Δό μ', κυρά μ', τον άντρα σ' και σύ κράτα τον κόπανο
(1873)
Ερμηνεία: Λέγεται και εκείνου όστις αιτείται τι παρά τινος, όστιςέχει άμεσον ανάγκην αυτού. Η παροιμία εγεννήθη ώς εξής: Γυνή τις χήρα ηράτο τούανδρός γειτονίδος αυτής ή φίλης της, καλοφλεγομένη δε υπό τολυ πάθους απετόλμησε ...
Επέθανες και ντ΄ έποικες; Την γην χαράν εποίκες θανών τι προύργου εποίησας; τη γη χαράν εποίκσας
(1874)
Ερμηνεία: Επί των εξ ιδίων αφροσύνης δυστυχούντων “πυραύστου μόρος”
Σιλτούρ 'ς σα ξύλα ς σο νερόν, σαλτούρ ς σηγ χαμελέτεν
(1874)
Καρίων, ύπαγε προς ξυλείαν και κόμισον ξύλα, ύδωρ καιρίων ύπαγε εις τον μύλον
Είχαν άτα οι χασάντοι και επήραν άτα οι jασάντοι
(1874)
Είχον με τέως αυτοί οι απολωλεκότες, έλαβον δε οι κτησάμενοι. Ερμηνεία: Ποδηλούσα ότι πολλάκις εκ περιαγωγής της τύχης τα τέως άλλους ανήκοντα εις άλλους περιέρχονται. Σημείωση: Το μεν όνομα χασάντι (αντι οι χάσαντες) ...
Το σημερινόν τηγ χολή σ άψ ς σόμ πιρνόν και το σημερνόν την δουλειά σ μή αφήνεις 'ς σόμ πέρνόν
(1874)
Του μέν σήμερον θυμόν υπέρθου ες αύριον, το δέ σημερινόν έργον μή αναβάλης αύριο. Ερμηνεία: Π. Παραινούσα επέχειν μέν τον θυμόν, μή προϊέναι δέ τον καιρόν. άψ = άφες
Βουνόν με βουνό δεν εσμίει, μ΄ άνθρωπος με τον άνθρωπον θα σμίξη που δεν είναι βολετό
(1876)
Ερμηνεία: Και όρη δηλονότι σκιόεντα και θάλασσα ηχήεσσα, αν διαχυρίση τους φίλους ή και μίση ή συμφέροντα αν συντρίφωσι τους δεσμούς της αμοιβαίας σχέσεως, πάλιν έρχεται ημέρα, καθ΄ ην συναντώνται και υπομειδιώσιν επιχαρίτως ...
Όλα τα πουλιά επέταξαν και κανείς κ΄ ελάλησαν και τ΄ ορτύκιν άμον ντο επέταξεν όλοι εκουγιξαν “βάρτα, βάρτα”
(1874)
Πάντων των πτηνών πετομένων ουδείς ουδέν εφθέγξαντο, του δ΄ όρτυγος πτάντος πάντες ενεβόησαν “προσοχή, προσοχή”. Ερμηνεία: Παροιμία λεγομένη ότε γίνεται την παρατήρησις περί πράξεις ή λόγου, καίτοι άλλους, πράξωσιν ή ειπούσι ...
Να 'μουν κάτης τον Γεννάρη και μωρόν παιδίν τον Μάη, και τον Άοστον μεγάλος κι' αυτόν γίνουν τα σταφύλια, να 'μουν γέρος με τα γένεια
(1876)
Ο γάτης, δι' επιγαμβρεύσεις ο παις δια ύπνον και ανάπαυσιν μεγάλος ή γέρος, δια τα σταφύλια
Ποιός το μεγάλο κουτάλι; - Εγώ! - Ποιός την μεγάλη γωνία; - Εγώ. - Ποιός την μεγάλη κουπιά; - Εγώ. - Ποιός το μεγάλο κουπί; - Τ' είπα γώ, ας πή κι άλλος!
(1876)
Τις θέλει; Κατ' ερωταπόκρισιν.Ναύτης ο φαγάς αποκρίνεται το συμφέρον μόνον ούχι δε και το βάρος = τα καλά και τα συμφέροντα
Ο Γληγόρης εγληγόρα κι ο Μελέτης εμελέτα κι ο Γληγόρης μας επήρε του Μελέτη την γυναίκα
(1876)
Δημοσθ.: φύσει υπάρχει τοις παρούσι τα των απόντων και τοις εθέλουσι πονείν και κινδυνεύειν τα των αμελούντων = εκ φύσεως, άνηθεν και εξαρχής υπάρχουν εις τους παρόντας τα πράγματα των απόντων και εις τους εργαζομένους και ...
Ερώτησαν το κωνούπι γιατί με τον αέρα κρύβεται πίσ' από τα δώρα; Και αντιλογήθηκε ότι τα βαστώ να μην πέσουν
(1877)
Ερμηνεία: Κατά των συγκαλυπτόντων την πραγκατικήν αυτήν αδυναμίαν υπό διαφόρας προφάσεις
Ο λύκον εσήβεν 'ς σά πρόγατα, (ν)αϊλί π' είσεν τό έναν
(1874)
Ο λύκος ενέπεσεν εις τά πρόβατα αίλινα τώ έχοντι τό έν. Ερμηνεία: Παροιμία λεγομένη επί πυρκαϊάς επί νόσου επιδημιακή καί εν γένει επόί κινδύνου επικειμένου, ότι μάλιστα φοβούνται οι μέν μή πάν ευπορούντες περί τής απωλείας ...
Τον Αράπ' αν σαπουνίζης μόνο το σαπούνι χάνεις
(1876)
Σημείωση: Ο αστειότατος φίλος ημών Χουρμουζής, εις τον διανομέα της εφημ. “Αρμονία” τω 1865, υπερεεξέτεινεν εις είκοσιν όλους στίχους ουτωσί: Τον Αράπ΄ αν σαπουνίζης, τον νεκρόν αν γαργαλίζης τον κουφόν αν τον σφυρίζης τον ...
Πάντα να έτον Κερεκή, πάντα να έτον γάμος, πάντα να έμουν 'ς ση κυρούμ', να είχα και τον άντρα μ'
(1874)
Ερμηνεία: Ειθ ην αεί Κυριακή, είθ' ην αει γάμος, είθ' ην αεί εν τη του πατρός μου οικιά, έχων αυτόθι και και τον άνδρα μου. Ερμηνεία: Επί ραθύμων νυμφών
Τολ λύκον ερώτεσαν “πρόγ(γ)ατα οριάγεις;” και έκλαψεν, ερώτεσάν άτον “γιατί κλαίς” και είπεν: που εβαλέτε με και κ εφάνθα άξιος
(1874)
Ο λύκος ερωτηθείς “πρόβατα φυλάτεις;” έκλαψεν ερωτηθείς δε διατί κλαίεις είπεν “η εμή τύχη τούται το έστιν (ή που καταστάς ουκ άξιος εδείχθειν;
Τολ λύκον ερώτεσαν “πρόγ(γ)ατα οριάγεις;” και έκλαψεν, ερώτεσάν άτον “γιατί κλαίς” και είπεν: η τύχη μ' ατό εν
(1874)
Ο λύκος ερωτηθείς “πρόβατα φυλάτεις;” έκλαψεν ερωτηθείς δε διατί κλαίεις είπεν “η εμή τύχη τούται το έστιν (ή που καταστάς ουκ άξιος εδείχθειν;
Πάντα να έτον Κερεκή, πάντα να έτον γάμος, πάντα να έμουν 'ς ση κυρούμ', να είχα και τον άντρα μ'
(1874)
Ερμηνεία: Ειθ ην αεί Κυριακή, είθ' ην αει γάμος, είθ' ην αεί εν τη του πατρός μου οικιά, έχων αυτόθι και και τον άνδρα μου. Ερμηνεία: Επί ραθύμων νυμφών
Για τ' ατήν την Ελενίτσαν, για τ' ατήν αντρώς κ ευρέθεν και καρσάν κ' επελεκέθεν
(1874)
Για τ' ατήν την Ελενίτσαν, για τ' ατήν αντρώς κ ευρέθεν και καρσάν κ' επελεκέθεν= Υπέρ της Ελένης ταύτης, υπέρ αυτη΄ς ανήρ ου κ' ανευρέθη, πυδέ γαυλός επελεκήθη. Ερμ. Επί των αποτυγχανόντων αεί ζέσεως. Σημ. Καρσάν= Λέξις ...
Άρξον χείρ μου αγαθή, γράψον γράμματα καλά, μη δαρθής και παιδεθής και στον φάλαγκα βαλθής
(1876)
Ερμηνεία: Εν τη ώα. Εν αρχή κώδικος της Μονής το εύρον ούτω: άρξον, χείρ μου αγαθή γράφε γράμματα καλά, μη ντραπής και λυπηθής κι' εις τον φόρον ντροπιάστης= τότε τον επόμπευσαν με γαϊδουροκεφάλαν. Εν ετέρω δε – το πριν ...
Όπου δης μαύρο μματάκι βάλε το μέσ΄ το κλουβάκι, όπου δης μελισσινό βάζε στο μεσλινό, όπου δης γαλάζιο μμάτι έβγαλε το με τ΄ αρδάχτι
(1870)
Όπου δης μαύρο μματάκι (Βοώπις)
Ο Μάρτης ας τ' αφήν τα μαρτέσια τ, η σεράδη πάλ' γένταν με τ' αιγίδια
(1874)
Ο Μάρτιος αν παραιτηθή των ιδιωμάτων αυτού και αι χήραι δύνανται στέργειν τους αιγιδίους. Ερμηνεία: Παροιμία δηλούσα ότι χαλεπώς παραιτείται τις των αυτού. Σημείωση: Το δεύτερον κώλον της παροιμίας ίσως σημαίνη ότι συζώντες ...
Όποιος δεν έφκιασε σπίτι και δεν πάντρεψε κορίτσι δε γνωρίζει τα βάσανα του κόσμου
(1877)
Ερμηνεία: Τις τας ημετέρας κοινωνίας τω όντι τα δυο ταύτα κοινωνικά χρέη παρά τω λαώ μάλιστα είσι τα βαρύτερα εις ω και θεωρείται άμοιρος των κοινωνικών δυσχερειών ο μη υποκύψας εις τα χρέη ταύτα
Δό μ', κυρά μ', τον άντρα σ' και σύ κράτα τον κόπανο
(1874)
Ερμηνεία: Λέγεται και εκείνου όστις αιτείται τι παρά τινος, όστιςέχει άμεσον ανάγκην αυτού. Η παροιμία εγεννήθη ώς εξής: Γυνή τις χήρα ηράτο τούανδρός γειτονίδος αυτής ή φίλης της, καλοφλεγομένη δε υπό τολυ πάθους απετόλμησε ...
Το σήμερον τήγ χολή σ αφς ς σόμ πιρνόν και την δουλειά σ' μή αφίνης 'ς σόμ περνόν
(1874)
Το σήμερνον τήγ χολή σ αφς, προφ αψ, σόμ... και το σημερνον την δουλειά ... = Του μέν σήμερον θυμόν υπέρθου ες αύριον, το δέ σημερινόν έργον μή αναβάλης αύριο. Ερμηνεία: Π. Παραινούσα επέχειν μέν τον θυμόν, μή προϊέναι δέ ...
Το καμέλιν ερώτησαν γιατί η γούλα σ' εν ζαρόν; και είπεν “και ποίον μέρος του κορμί μ' εν ίσον;
(1874)
Δηλαδή ερωτηθείσα η κάμηλος διατί σοι σκολιός ο τράχηλος απεκρίνατο τι δε μοι του σώματος ίσον. Ερμηνεία: Επί των ουχί ένα αλλά πλείστα ελαττώματα εχόντων
Δό μ', κυρά μ', τον άντρα σ' και σύ κράτα τον κόπανο
(1879)
Ερμηνεία: Λέγεται και εκείνου όστις αιτείται τι παρά τινος, όστιςέχει άμεσον ανάγκην αυτού. Η παροιμία εγεννήθη ώς εξής: Γυνή τις χήρα ηράτο τούανδρός γειτονίδος αυτής ή φίλης της, καλοφλεγομένη δε υπό τολυ πάθους απετόλμησε ...
Κουφόν καμπάνα κι' αν χτυπάς τυφλόν κι' αν διαρμενεύης και μεθυσμένον αν κερνάς του κάκου τα γυρεύεις
(1874)
Προς κουφόν καί αν κώδωνα κρούης, άφρονα καί αν παραινής καί μεθύοντι οίνον προσφέρων, ουδέν προύργου ποιείς. Σημείωση: Παραπλήσια τα εν Χιτοπαδάσα ή Πάντσα Τάντρα (των υπό Δημητρίου Γαλανού μεταφρασθέντων Ινδικών τομ. ...
Παρά να τα χ' η γειτόνισσά μου,κάλλιον να τα χουν τα παιδιά μου, παρά να τα 'χουν τα παιδιά μου, κάλλιο να τα χ' η αφεντιά μου
(1876)
Θηραϊκή περίφαντος, εγωιστική
Βρώμα οβριός κι αν τα 'χει, βρωμά κι αν δεν τα 'χει
(1871)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Ραφτάκια μπαλωσάκια, Δευτέρα δευτερίζουν, την Τρίτη σεριανίζουν, Τετράδη δεν μπορούν, Την Πέφτη συλλοούνται, Παρασκευή κοιμούνται, Σάββατο μεσημέρι να πιάσουσι δουλειά, να πάρουν τρία γρόσα γιατί επολιδρώσαν, να τους φανούν τρακόσα αφ' την πολλήν φτώχια. Τι να τα πρωτοκάμουν; Το νοίκι να πλερώσουν, τα πλυστικά να δώσουν; Τους μένει κι' ένα γρόσι. Εβίβα οι μπαλώσοι, εβίβα λιμπερτά!
(1876)
Το κομψόν τούτο πολύστιχον παραθέτομεν εκ των Νεοελλ. Αναλέκτων τον φιλ Συλλ Παρνασσού Τ.Α' φυλλ. Γ' σελ. 167, απλώς έπ' αγαθώ των οκνηρών ους αφορά
Εμέν μάννα κ' εγέννησεν, εμέν κύρης κ' εποίκεν εμέν κορώνα ξέρασεν απάν ΄ς το μεσοστράτιν έσειξεν το φτερόλιν άτη κ εμέν εκαταρέθεν να μη χαρής να μη χαρής να μη καλόν ελέπης.Εμέ μήτηρ ούκ έτεκεν, εμέ πατήρ ούκ εγέννωσεν εμέ κορώνη εξήμεσεν από μέσης της οδού. Έσεισαι την αυτής πτέρυγα και κατηρασατό μου “Μη χαίροις, μη χαίροις, μη αγαθόν ιδής”
(1874)
Ερμηνεία: Επί των αεί δυστυχούντων