Αναζήτηση
Αποτελέσματα 16701-16800 από 17372
Τα παπουτσια σου, κι' αν τα 'βρης!
(1876)
Ερμηνεία: Όταν διώχνουν κανένα
Τα προικιά τση γυναικός είναι η τιμή της
(1876)
Τα προικιά τση γυναικός είναι η φρονιμάδα της
Και του παρήκουα του παδιού του γονειού παιδιά τους είναι
(1876)
Είν' και εκεία
Και το Βασιλιά ο σκαφτιάς τονε κερναει
(1876)
Σκαφτιάς = ο γεωργός
Ο παπάς αφ' την Αγία, ήχασεν την παπαδιά
(1876)
Εγκράτ.
Η παντρειά και το τσουκάλι θέλ' αναγκαση μεγάλη
(1876)
Προσπάθειαν σύντομον
Το γλυκό μελάκι, του (ή στου) παιδιού μου το παιδάκι
(1876)
Εστί, έσεται
Που δεν σπείρη, δεν ορπίζει κι οπου σπείρη, κάτ' ορπίζει
(1876)
Κι όπου = πάντ'
Μην μου πολυψηλώνεσαι του ψηλωμού δεν είσαι και το χωριό μας είν μικρό και ξέρω τίνος είσαι
(1876)
Ή μην το πολυψηλώνεσαι του ψηλωμού δεν είσαι και το χωριό σου 'ναι κοντά και ξέρω πίνος (απότεν) είσαι
Εκόπην σου πιόν το πουκάμισον, εκόπη
(1876)
Ενυμφεύθης, αμετάτρεπτον
Από βραδύς με σκόλασε και το πουρνό με κάμε
(1876)
Λέγει η εορτ.
Εμέναν πάλιν ας με πάρη το ποτάμι
(1876)
Παράπονο
Το πουλίν από την φωλιάν του γνωρίζεται
(1876)
Ή το πουλίν από την φωνήν του γνωρίζεται ή το πουλίν από την κοίτην του φαίνεται
Αν εμίλειν η πέτρα, εμίλειν κ' εκείνος
(1876)
Δηλαδή βουβός
Σαν δεν τρώουνται οι Ρωμιοί, οι τουρκοι δεν τρωςιν πιλάβι
(1876)
Εκ της τουρκική παροιμία: Γκιαούρ καβγά ετμετικτέν σονγρά Μουσουλμάν πιλάφ γεμέζ' ήγουν: ο άπιστος εάν δεν διαφανή, ο Οθωμανός πιλάφι δεν τρώγει
Η πορδή του βράζει και θαρρεί πως είν' η δύναμή του
(1876)
Ή η πορδή σου βράζει και θαρρεί πως είν' η δύναμή σου
Καθώς του πρέπει του καθενός, φέρνου του
(1876)
Κατά πως πρέπει του καθενός, φέρνου του
Μηδ' ο πρώτος είσαι, μηδ' ο ύστερος
(1876)
Και δεν είσαι μηδ ... - μηδ ... = μετά πολλών πλείστοι
Σκύλος δεν εγαύγισεν από πίσω της
(1876)
Ουδείς ηράσθη αυτής
Άμε να θυμιάσης, ναρτω να προσκυνήσω
(1876)
Ευλάβεια!
Ήμαθα και μπελονιάζω και νικώ τον μάστορήν μου
(1876)
Υποδηλούται άσεμνον
Τώρα που βρήκαμεν παπά, ας χώσωμεν και τους ζωντανούς
(1876)
Αρρωστημένους; Ιστορ. Θάψη
Και παπάς εγίνης Κώστα; Έτσι τάφερ' η κατάρα
(1876)
Ίστορική και χαλέτ αφέντης ρούφου(;)
Πως είν που τό παθ' η πορδού, κ' έχει όραις που δεν κλάνη!
(1876)
Όραις = ώρες
Οξ' αν καρτερής βοήθεια κρύβε τον τον πόνο σου
(1876)
Κρύβε τον τον πόνο σου ή τα υποφέρεις βάσταε τα