Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "ξουρίζω"
Αποτελέσματα 1-17 από 17
-
Ηύρε μουνί το θέλι και ξουρισμένο
(1917) -
Θα μου (του) ξουρίσ΄ τ΄ αρχίδια
(1889)Ερμηνεία: Επί των αναισχύντως περιφρονούντων των άλλων τας απειλάς -
Που ξυρίζεσαι;
(1892)Ερμηνεία: Απευθύνεται προς τον απρεπής συμπεριφερόμενον. Είναι δ' άνθρωπος και ξυρίζεται εις το κουρείον, η ζώον και κείρεται υπό των βοσκών -
Τσύγ ξισύρ'σι Κουλουνιώτικα
(1915)Ερμηνεία: Επί απηνούς οικονομικής αφαιμάξεως (πιθανώς από τους “Κουλουνιάτες” κατοίκους της γνωστής επαρχίας της Β. Ηπείρου, διασήμους κλέπτας