Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "γουλιάρης"
Αποτελέσματα 1-6 από 6
-
Απ' dου κατσίβιλου βγάγ' ς, απ' dου γ' λιάρ' δε βγάγ' ς
(1930)Δηλαδή ο λαίμαργος δεν δίδει ποτέ τι, ώστε υπερβάλλει εις την φειδώ και αυτόν τον φιλάργυρον. Ευκολώτερα ημπορείς να πάρης κάτι από τον φιλάργυρον παρά από τον λαίμαργον. -
Καματερός γουλιάρης ούτε διάφορο ούτε ζαράρι
(1938)Καματερός=εργατικός. Γουλιάρης=λαίμαργος. Ο εργατικός μα λαίμαργος, όλα τα τρώει. -
Κασιδιάρης ξύνουνταν και γουλιάρης κούρτανεν
(1938)Γουλιάρης=λαίμαργος. Κούρτανεν=κατάπινεν. Το λένε για να δείξουνε πως ο λαίμαργος από παντού θέλει να φάη. -
Τον αουλιάρην είντα τόβ βαστάς
(1940)Αουλιάρης δεν είναι ο αουλιάρης ο άνευ εργασίας ή τεμπέλης. Τον έχοντα σοβαρόν ελάττωμα να μη κρατώμεν εις την εργασίαν μας.