Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "βαρώ"
Αποτελέσματα 1-20 από 101
-
Βάρ' του καλού να γίνη καλύτερος βαρ' του κακού να γίνη χειρότερος
Βλ. αυτ. ομοίας: Βουλγαρικήν, Ιταλικήν, Γαλλικήν, Γερμανικήν -
Βάρα, βωρέ Ντούγλη! Βάρα καί σύ!
(1959)Παλιότερα είχαν αμπέλια εδώ στους Οθωνούς κι ερχόνταν εργάτες από τη Χειμάρρα (αντίκρυ στην Ήπειρο) να δουλέψουν. Μια μέρα έφτασε κι ένα ντερέκι (= ένας μεγαλόσωμος, μποϊκλής) για να πιάση δουλειά. Δούλεψε 2-3 μήνες, γνώρισε ... -
Βάρει κ' έπαρε και πίσω ζήσει
(1889) -
Βάρισα στ'ν κλείδου σ'
(1926) -
Βαρ' εμείς κα΄του εμείς βαρ' εκείνοι κάτου εμείς
(1910)Ούτω καλείται η μονομαχία εν Θήβαις μεταξύ των αδελφών Ετεοκλέους και Πολυνείκους, καθ' ήν έπεσαν αμφότεροι -
Βαρεί σάν τον κοκκινέλαιμο στο γαρδέλι
(1926)Κοκκινέλαιμο = πουλί καλογιάννος, γαρδέλι = το σκουλήκι που χαλάει τ' αραποσπίτι