• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Πλοήγηση Παροιμίες ανά Συλλογέα 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παροιμίες
  • Πλοήγηση Παροιμίες ανά Συλλογέα
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παροιμίες
  • Πλοήγηση Παροιμίες ανά Συλλογέα
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Πλοήγηση Παροιμίες ανά Συλλογέα "άγνωστος"

  • 0-9
  • A
  • B
  • C
  • D
  • E
  • F
  • G
  • H
  • I
  • J
  • K
  • L
  • M
  • N
  • O
  • P
  • Q
  • R
  • S
  • T
  • U
  • V
  • W
  • X
  • Y
  • Z
  • Α
  • Β
  • Γ
  • Δ
  • Ε
  • Ζ
  • Η
  • Θ
  • Ι
  • Κ
  • Λ
  • Μ
  • Ν
  • Ξ
  • Ο
  • Π
  • Ρ
  • Σ
  • Τ
  • Υ
  • Φ
  • Χ
  • Ψ
  • Ω

Ταξινόμηση κατά:

Σειρά:

Αποτελέσματα:

Αποτελέσματα 1-20 από 71

  • κείμενο
  • χρόνος καταγραφής
  • ημερομηνία υποβολής
  • αύξουσα
  • φθίνουσα
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
  • Α δεν το στίψης το κερί, το μέλι δεν το βγάνει 

    άγνωστος (1918)
  • Άνθρωπος, που δεν έχει ένα σπίτι για να καλιάζη, δεν είναι άνθρωπος 

    άγνωστος (1918)
  • Αμπέλι στη μέση και σπίτι στην άκρη 

    άγνωστος (1918)
  • Αμπέλι φυτεμένο, σπίτι χτισμένο και χήρα γυναίκα. 

    άγνωστος (1918)
  • Αν δεν τρέξη θα σταλάξη. 

    άγνωστος (1918)
  • Αν σπεύδης κάθισον Γραμματικός εσπούσαζα και ντασυτζής εβήκα. Όποιος σπουδάζει γεράζει. Μη σπουδάζης (πα)ξαμάδιν, παραμπρός πηγάδιν ένε. Νύφη που ρτε στο χωριόμ, μη σπουδάζης να την δης Κύων σπεύδουσα, τυφλά τίκλει 

    άγνωστος (1918)
  • Ανάθεμά σε σπούδα, και που σε πιθυμάει. 

    άγνωστος (1918)
  • Απάν ς σιφτεάρ κι στέκ'. 

    άγνωστος (1920)
  • Από σπόντα. 

    άγνωστος (1923)
  • Αυτό του ναι κ' υγάδι και στημόνι. 

    άγνωστος (1919)
    Κυριολεκτείται επί μονογενών εφών στηρίζουν οι γονείς όλας των τας ελπίδας.
  • Αχ, σπίτι μου, σπιτάκι μου και πορδοκαλυβάκι μου 

    άγνωστος (1918)
    Να πάω στο σπιτάκι μου και να φάω τσουκνίδες ανάλατες. Από παραμύθι Καλαβρυτινό.
  • αχάλαγο σπίτι (ήταν αυτή η γυναίκα/.Τίποτα δεν καταλαβαίνει). 

    άγνωστος (1918)
    Από ευτράπελον διήγησην. Το μη είχον επικοινωνίαν με ξένους, μη δεχόμενον πολλούς ανθρώπους. Σιχνά λέγεται επί ανθρώπου ακοινώνητου.
  • Βατσουνέαν να σύρεις εις το σπίτι του, δεν κολλά. 

    άγνωστος (1923)
  • Γίνκα στάλα 

    άγνωστος (1919)
  • Έγινε σταφίδα 

    ανώνυμος; άγνωστος (1923)
  • Έεις σπίτι΄; Έεις πίστι! 

    άγνωστος (1923)
    Εις δήλωσιν ότι έχων κτήματα είναι αξιόπιστος.
  • Έπεσε σπόρος αγαθός στν αγκαθώδη τόπο και θένα βγούσι οι άγκαεθς και θε να τονε πνίξουν. Σπόρο τσαι σκαλεστήρα σαςν έβρεχη. Έμεινε για σπόρο. 

    άγνωστος (1918)
  • Έπεσε το σπήτι και με πλάκωσε. 

    άγνωστος (1918)
    Φερ. Μεταφ. επί απροσδοκήτω δυσαρέστω ακούσματι.
  • Εβασίλευψεν και στέκει. 

    άγνωστος (1923)
  • Είναι το στοιχειό του σπιθιού. 

    άγνωστος (1923)
  • «
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτή η συλλογήΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.