• Δεν τουδωσα πρόσωπο 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
    Τον περιφρόνησα, γύρισα αλλού το πρόσωπο
  • Δυο λογών μαγέρεμμα και όλο κολοκύθθι 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
    Η παροιμία αυτή λέγεται δια τα φαγητά, οσάκις αντί άλλης ποικιλίας παρουσιάζουν εις το τραπέζι το ίδιο φαγητόν κατά διαφόρους τρόπους παρασκευασμένον
  • Δυό μπούτσες σε μια στάνη δεν κάνουνε. 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
    Η παροιμία αυτή λέγεται για τις γυναίκες εκείνες, οι οποίες, είτε επειδή είναι αδελφές, είτε συνυφάδες, είτε νύφη και πεθερά συγκατοκούν, και μαλώνουν, όπως δυό μπούτσες σε μια στάνη, ήτοι δυό σκύλλες, δυό θηλυκά σκυλλιά.
  • Έγινε άρατος πίλατος 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
    Εκηφανίσθη, έγινε άφαντος
  • Έγινε γουρούνι 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
    Η φράσις αυτή λέγεται βεβαίως και για τα παιδιά όταν απλυτεύουν, αλλά κυρίως χρησιμοποιείται δια τους μεθυσμένους οι οποίοι παρομοιάζουν με γουρούνια.
  • Έγινε σαν το κερί 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
    Δια της φράσεως αυτής εννοείται, κυρίως η μεταβολή του ανθρώπου ως προς το χρώμα και εννοείται δι αυτής ότι εκιτρίνισε ο άνθρωπος από φόβον ή άλλην ισχυράν συγκίνησιν
  • Έγινες σαν λαδωμένος ποντικός 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
    Η φράσις αυτή λέγεται συνήθως δι' εκείνους οι οποίοι βάζουν πολύ μπριγιόλ στα μαλλιά τους
  • Έκανε τον άνεμο κουβάρι 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
  • Έκανες τον άνεμο κουβάρι 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
    Λέγεται δια τους ανθρώπους εκείνους, οι οποίοι δεν ασχολούνται εις τίποτε, αλλά τεμπελιάζουν και παρ' όλα ταύτα δικαιολογούνται ότι εδούλεψαν πολύ. Οι άλλοι τότε τους λέγουν: “Τι έκανες σήμερα; έκανες τον άνεμο κουβάρι”, ...
  • Έλυωσε σαν το κεράκι 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
    Η ως άνω φράσις λέγεται δι άνθρωπον, ο οποίος αδυνάτισε ολίγον κατ' ολίγον και ουχί αποτόμως. Την ιδίαν σημασία έχει η φράσις: Λυώνει σαν το κεράκι της Λαμπρής, ήτοι συνεχώς αδυνατίζει
  • Έν' ακούς; δυό να κρίνης 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
    Δια της παροιμίας αυτής εννοείται ότι δεν πρέπει ν ακαταδικάζωμεν κάποιον, στηριζόμενοι εις τας κατηγορίας άλλου. Πρέπει να ακούωμεν και τον κατηγορούμενον
  • Έπαθες μα δεν έμαθες 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
  • Έπεσε με τη bρώτη τσικουριά 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
    Υπονοούσα πλην του δενδρου και τον άνρθωπον, όστις ελύγισε εις το πρώτον κτύπημα της μοίρας
  • Έπεσε σαν το γουρούνι στο λότσι 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
    Λότσι=χυλός από αλεύρι, χρησιμεύων ως τροφή των χοίρων. Συνοδεύεται από κείμενο.
  • Έπεσε σαν το γουρούνι στο λότσι 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
    Λότσι= η κυριωτέρα τροφή του χοίρου, είναι δε αλεύρι, συνήθως κρίθινο, σπανιώτερον δε από βρώμη ή καλαπόκι, ανακατωμένο με νερό, ήτοι, χυλός, πολύ αραιός.
  • Έπεσες στα δόντια του λύκου 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
    Ήτοι εις τα χέρια του εχθρού
  • Έρριξες μια γλώσσα μπροστά 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
    Έφτιαξε στα μαλλιά της μια “σκάλα” ένα τσάκισμα
  • Έρχεται φορτωμένος σαν τη μέλισσα 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
    Ήτοι φέρνει πολλά καλά
  • Έτσι ήθελε ο Μεγαλοδύναμος 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
  • Έτσι πάει, έτσι δεν πάει, γιατ' είναι η μύτη κι' αμποδάει 

    Μερεμέτη, Δήμητρα (1956)
    Συνοδεύεται από κείμενο...