Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 92-111 από 717
-
Δώκαν dο νομάτη τσ' είπεν dι: βάϊ, τη ράση μου!
(1951)Χτύπησαν κάποιον κι είπε: ωχ, τη ράχη μου! Για τους δειλούς και μικρόψυχους που δέχονται αδιαμαρτύρητα ό,τι κι αν τους κάνουν οι άλλοι. Λεβ. 27 -
Δώσε με γισμάτι, κόνdα με'ς του Γουπτσή το κάτσι
(1951)Δώσε μου τύχη, πέτα με απ' του Γουπτσή το βράχο -
Δώτσεν bοπουκάτου, έβγην bοπάνου
(1951)Χτύπησε από κάτου, βγήκε από πάνου. Για εκείνον που τελειώνει γλήγορα τις δουλειές του -
Έβgαλαν dα 'ς το πισσάρι, βούτσαν dα σο χατράνι
(1951)Τον έβγαλαν από την πίσσα και τον βούτηξαν στο κατράμι -
Έβgαλές τα σως το γουργούρι μου
(1951)Μου τάβγαλες ως τον καταπιώνα μου! Όταν ο άλλος σε στενοχωρούσε κι ήσουν έτοιμος να τον βρίσεις. Δείχνοντας με το χέρι το λαιμό, τόλεγαν κι έτσι: Έβgαλες τα σωζ αδά. Αντί γουργούρι έλεγαν και γαργαράς(=λάρυγγας): έβgαλες ... -
Έβgης αρά 'ς τον gω μου τσαι 'υρεύ' να με μάθεις πλέψιμα
(1951)Βγήκες τώρα δα από τον κώλο μου και γυρεύεις να με μάθεις κολύμπι -
Έβγη σου χωματού το πρόσωπο
(1951)Βγήκε στην επιφάνεια της γης. Τόλεγαν γι' ανρθώπους που ήταν χαμένοι και φαναρώθηκαν ή ήταν φτωχοί και νοικοκυρεύτηκαν -
Έν' ανdί βζησμένον τζιλίδι τσας τα πιέν', gάφτεσαι
(1951)Ερμηνεία: Για ύπουλο άνθρωπο, που μόλις τον γνωρίζεις από κοντά, σου κάνει κακό -
Έν' ασλάνη νοματού έργο
(1951)Είναι ανθρώπου λέοντα δουλειά, ερμηνεία: Τόλεγαν με θαυμασμό για τις σπουδαίες δουλειές, που χρειάστηκαν τέχνη και δύναμη