Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 619-638 από 3657
-
Βαρτ' ταφκιά σου πίσω σου ν΄ακούσης
(1940)Τα πίσω μας λεγόμενα ούτε ευκόλως, ούτε ταχέως ακούομεν.Δια τούτο πρέπει να στρέψωμεν πίσω τ΄αυτιά, ώστε να προσβάλωσι το τύμπανον μας τα κύματα της κακολογίας -
Βαστά σ' ο τόπος Διγενή γιατ' είσ' αντρειωμένος
(1940)Λέγεται δι' όσους εντιμώνται όχι διά τα προτερήματα των, αλλά διότι είναι πλούσιοι και έχουσι “μέσα” -
Βαστά το όσοινίν τζαί που τες δεινό μερκές, τζαί στημ μέσημ δακκαμένον
(1940)Λέγεται επί των φιλαργύρων,όταν δανείζουσι χρήματα, αλλά και επί των λίαν προσεκτικών, οι οποίοι δια να είναι ασφαλείς λαμβάνουσι κάθε προφύλαξιν -
Βαστά τογ γκραμ Πάπαμ που τα γένεια
(1940) -
Βαφτίζω τζαί μυρώνω, για ζήση για πεθάνη
(1940)Επί όσων αναλαμβάνουσι κάτι, αδιαφορούσιν όμως δια τα μέλλοντα να επισυμβώσι -
Βιάζεται σάν τήσ σήρασ στό κρεββάτιν
(1940) -
Βκάλλει τους σσύλους έξω που τηχ Χώραν
(1940)Ένεκα του πλήθους των οθωμανών εις Λευκοσίαν, (Χώραν) υφίσταντο πολλοί σκύλλοι -
Βλαστάς τζει ποσ σε σπέρνουν
(1940) -
Βλέπει τημ που ήλιον τζαί που άνεμον
(1940)Λέγεται δια λεπτολόγον μέριμναν, ενδεικτικήν εξαιρετικής αγάπης ίδια δια χαϊδευμένα παιδιά -
Βλέπεις που τον άδηφ φώς;
(1940) -
Βλέπου του φίλου σου ποττέ μεμ πης το μυστικόσ σου φίλος του φίλου θα το πη, τζ' είναι κακόδ δικόσ σου
(1940)Την επιτυχίαν του επιδιωκομένου εξασφαλίζει η εχεμύθια -
Βούννου βούννου, δουλαππάτζιμ μου, να κάμης την όντζιάς σου, να φας την καυκαλιάς σου βρε λοϊζή που είσαι τζαί γυρίζεις, τζ΄εν έρκεσαι να φας όρνιθα με το ρίζι!
(1940)Ερμηνεία: Τας φωνάς της ακούσας ο Λοϊζής, ελθών κοντά της, είδε τον τρίμματον, και τον συνέλαβε. Εις τον Πεδουλάν υπάρχει τοποθεσία Τρίμματος την περί του οποίου παράδοσιν -
Βούννου, βούννου δουλαππάτζιμ μου να κάμω το νημάτζιμ μου να πα να κατουρήσω βρε λοή
(1940)Νημάτζιμ μου = παμπάτζιμ μου. Η παροιμία, κατά την παράδοσιν οφείλεται εις το εξής; Κάποτε ένα κορίτσι που έκαμνε την νύχτα “ δουλάππιν “ διέκρινε κάτω από τον σοφά τα ποδάρια ενός κλέπτου. Αντί να φωνάξη ήρχισε να τραγουδά ... -
Βούννου, βούννου, βρε λοή
(1940) -
Βούρα θκειέ Κκαντη τζ΄ έμπέηκεν τζ' εν ι – βκαίνει
(1940)Ερμηνεία: Όταν συναντώμεν δυσκολίας και η βοήθεια άλλων είναι απαραίτητος. Προήλθεν εκ του ό,τι μιάς παλαβής το χοιρούδιν εδοκίμασεν να εξέλθη από το δωμάτιον, και έβαλε το κεφάλι του εις το άνοιγμα της πόρτας, χωρίς να ...