Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 216-235 από 508
-
Η κορ' όσον το κάθεται η τύχ' ατ'ς ανηβαίν'
(1939)Για παρηγοριά των κοριτσιών που δεν άνοιξε η τύχη τους -
Η κορώνα ήμπαν πάει, μαύρα ωβά εφτάει. Πέραν ποταμού π' αν πάει, μαύρα ωβά εφτάει
(1939)Η κάργα όπου πάει, μαύρα αυγά κάνει. Και πέρα από ποτάμι αν πάει, πάλι μαύρα αυγά κάνει. Σαρκασμός για τους απρόκοφτους -
Η κοσσάρα πίν' νερό και τερεί και τον Θεόν
(1939)Η κόττα πίνει νερό και κυτάζει και τον Θεό. Για αχάριστους και για κείνους που ενώ έχουν όλα τ' αγαθά, διαρκώς παραπονιούνται και κακολογούν την τύχη τους, και που δεν λεν να βοηθήσουν και κανένα. Χρησιμοποιείται ακόμα και ... -
Η κοσσάρα πίν' νερό και τερεί και τον ουρανόν
(1939)Η κόττα πίνει νερό και κυτάζει και τον ουρανό. Για αχάριστους και για κείνους που ενώ έχουν όλα τ' αγαθά, διαρκώς παραπονιούνται και κακολογούν την τύχη τους, και που δεν λεν να βοηθήσουν και κανένα. Χρησιμοποιείται ακόμα ... -
Η νύφε κάθεται κι' η πεθερά γυροκλώσκεται
(1939)Ερμηνεία: Ειρωνικά, για κείνους που παραμελούν τα καθήκοντά τους και τα φορτώνουν στους μεγαλύτερους τους, για να τους υποδείξουν το χρέος τους και να τους συμορφώσουν -
Η νύφη καλκεύ' τ' άλογον και, “γιά -χουσμέτ!” λέει
(1939)Η νύφη καβαλάει τ' άλογο και λέει “βοήθα, μοίρα μου!”, Παραπλήσιο με το “Μεταξύ χειλέων και κύλικος παλλά πέλει” -
Η παρά εν΄ασημένον και θέλ΄μαλαματένα χέρα
(1939)Ερμηνεία: Το χρήμα είν' ασημένιο, και χρειάζεται μαλαματένια χέρια -
Η τσούνα αν κι λαΐζ τ' ουδάρ'ν ατ' ς, ο σκύλον κι σουμών
(1939)Η σκύλα αν δεν κουνήσει την ουρά της ο σκύλος δεν πλησιάζει -
Η τσούνα π' εκουταβίασεν, μαλέζ' κ' εχόρτασεν
(1939)Η σκύλα που έκανε κουτάβια, που γεννοβόλησε, κουρκούτι δε χόρτασε -
Η χροναρία κάθεται, κ' εβδομαδού αντρίζ'
(1939)Η αρραβωνιασμένη πριν ένα χρόνο κάθεται, κ' η άλλη σε μια εβδομάδα παντρεύεται. Για προθύστερα σχήματα -
Η ψη την ψην όντας κι θέλ', ποπά ντο στεφανώνεις;
(1939)Για τα συνοικέσια, όπου από πριν είναι γνωστή η ασυμφωνία των χαρακτήρων, και η έλλειψη συμπάθειας του ενός ή και των δυο μελλονύμφων μεταξύ τους. Η παροιμία απλώνεται και σ' άλλες εκδηλώσεις της ζωής, φιλίες άσπονδες, ... -
Ήλε- μ, αργάτες κ' 'ενουσνε, καμμιάν κ' εβραδάστες ;
(1939)Το λέγαν οι εργάτισσες των χωραφιών με μακρόσυρτο και θλιβερό σκοπό, σα μοιρολόγι, βλέποντας τον ήλιο όταν μεσουρανούσε -
Ήμπαν ακούς πολλά κεράσα μικρόν καλάθ' έπαρ' και δέβα
(1939)Όμοιο με το: Όπου ακούς πολλά κεράσια μικρό καλάθι πάρε μαζί σου