Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 1901-1920 από 3657
-
Κόψε με αγά μου ν' αγιάσω
(1940)Αδυνατούντες να υπεραμυνθώσι οι Κύπριοι φέρονται ως κολακεύοντες τον τούρκον δια να κινήσωσι τον οίκτον του. Υποθέτομεν ότι δεν είναι γνησίωσελ. Κυπριακή λεγομένη κατ' απομίμησιν ίσως του περί Χίου λεγομένου -
Κόψε μιούτημ Μαχμούτη, τζ΄ η γεναίκα σ΄ εν εν τούτη
(1940)Δια τους οικείους φερομένου και τους ανερυθριάστους απαιτητικούς -
Κοντόγ γαούριν, νωπόφ φαίνεται. Στογ κάμποβ βάλλε βάλλε, τζαι στησ στράτταμ κλάννε κλάννε
(1940)Ο μικρόσωμος ως μικράς τάχα ηλικίας παραφορτώνεται ταχέως όμως γίνεται καταφανής η αδυναμία του. Η εργασία αποκαλύπτει την ικανότητα -
Κορώνος κορώνου βκάλλ' αμμάτιν;
(1940) -
Κου(β)αλεί νερόμ με το καλάθιν
(1940)Ως αστειότης προς ένδειξιν αγάπης: “Εις τογ γάμοσ σου εν να κουβαλώ νερόμ με το καλάθι” Επί ματαιοπονούντων -
Κούρεψε ταβκόν, τζαί πκιάσ' το μαλλίν του
(1940)Το αυγόν είναι λείον μη έχον τίποτε εις την επιφάνειαν του δια να το ξυρίσωμεν και να το καρπωθώμεν.Λέγεται επί των αναξιοχρέων οφειλετών, αφ' ων ουδέν θα δυνηθώμεν να λάβωμεν, ως και επί αγόνων επιχειρήσεων που δεν μέλλουσι ... -
Κουντζίζω μαειρέψετε. Στρώνω, παραγεμώστε, τζ' αδ δεφ φοάστε τοθ θεόν, μεάλην κούπαμ μου δώστε
(1940)Δια τους ασθενείς που έχουσι μεγάλιν όρεξιν και τους φαγάδες και απαιτητικούς -
Κουπάσματα, ξιπάσματα
(1940)Πρέπει να εκπλαγώμεν αν, σπείρανιες ακαλλιέργητον αγρόν είχαμεν απόδοσιν -
Κουρτσός τα έκαμε, στραός τ' αγόρασε
(1940)Ο ανάπηρος δεν θα εργασθή καλώς, συνεπώς κακοκαμωμένον πράγμα μόνον ο στραός, ο αδαής, αγοράζει -
Κουτσίν, κουτσίν γεμώννει το σατσίν
(1940)