Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 118-137 από 181
-
Όσα ούτζάκια καπνίζ'να, θαρρείς κι μαγειρεύ'να
(1939)Όσοι εφαίνοντο αξιοπρεπείς εις τας ανάγκης του επαγγέλματός των δε ήσαν και εύποροι -
Όσος νους μου στου ζιβγάρ' τόσα βόδια ν' απομείνουν
(1939)Για κείνους που δεν έχουν το νου τους, στη δουλειά τους -
Όταν έγγραφα μιλούν, οι χωριάτες σιωπούν
(1939)Όταν διεφιλονεικούντο τα όρια οικοπέδων ή αγρών και προσεκομίζοντο αι εγγράφοι αποδείξεις -
Όταν έρχομαι να μ΄αποφεύγεις, κι όταν φεύγω να μ΄ακολουθάς
(1939)Ερμηνεία: Δια τα σταφύλια, τα οποία εις την αρχήν είναι ξινά και επιβλαβή, ενώ όταν ωριμάζουν είναι ωφέλιμα -
Οι πολλοί τον ένεκα τονέ κάμνα, η ένας τσ' πουλλοί δι μπορεί να τσι κάμ'
(1939)Κάμνα = πλούτον, νοικοκύρων -
Οπ' βαρέσ' μονάχος τ' δι bονάει
(1939)Όταν κανείς υποφέρη εκ των ιδίων του σφαλμάτων, δεν γογγύζει -
Οπ' λυπάται το ραβδί του, κείνος χάνει το παιδί του
(1939)Περί της υπερβολικής αγάπης μερικών γονέων προς τα τέκνα των, η οποία μόνον πρόξειος ζημία εις αυτά καθίσταται -
Ορίστε, γαbρέ, και σύκο, Α σ'κωθώ κι α σκωθώ, ζ'πεθέρα
(1939)Παρεξήγησις. Επρόσφερον σύκο εις τον γαμβρόν και αυτός ενόμισεν ότι του είπαν να σηκωθή δηλ. να φύγη, δηλ. αυτός άκουσε: “Και σήκω” -
Ούλ' γελούνε με τα μένα, έσκασα κι εγώ στα γέλια
(1939)Ο περιγελωμένος και μη συναισθανόμενος την θέσιν του που ελάμβανε μέρος εις την διαπόμπευσιν του εαυτού του -
Πάπια πατρικιά, χήνα καραγκιόζα, μ'σιρ κολοβό κι κουτσ'λιώτ'ς πονηρός
(1939)Συνοδεύεται από κείμενο... -
Παρασπρουχμένο καΐκι σε καλό λιμάν' αράζ'
(1939)Ερμηνεία: Όποιον τον καταφρονούν και δεν τον λαμβάνουν υπ' όψιν τους, αυτον τον ευνοεί η τύχη περισσότερο -
Πέθανε να σ' αγαπώ, να ζης να σ' έχω αμάχη
(1939)Δια μερικούς που έδειχναν υπερβολικήν θλίψιν κατά τον θάνατον των οικείων των, ενώ όταν έζων εφέροντο βαναύσως προς αυτους -
Πιάσ' του gασιδ' πάρ' τα γένεια τ'
(1939) -
Πιάσε δορκάν και κόζε ξύλο
(1939)Το λένε σε κείνους που προσπαθούν να κάνουν μια δουλειά, που είναι αδύνατο να γίνη