Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 1-20 από 702
-
Α έρται κα έναν βουνόν και α τσακων' έναν ωβόν
(1939)Θα κατηφορίσει ένα βουνό και θα σπάσει ένα αυγό. Ανάλογο με το : Ώδινεν όρος και έτεκε μυν -
Α θήκωμε κουτούνα 'ς ση γούλα
(1929)Θα θέσωμε βούλλωμα 'ς το λαιμό. Κουτούνα = η κεφαλή του αραβοσίτου μετά την αφαίρεσιν του καρπού. Ειρωνικώς επί περιστάσεως, καθ' ήν τελειώνουν αι τροφαί ή παρουσιάζεται δυσχέρεια οικονομική δυσυπέρβλητος -
Άβουλα τη Θεού φύλλον 'κι λαΐσκεται
(1939)Χωρίς τη βούληση του Θεού φύλλο δεν κουνιέται. Θεοκτατική αντίληψη για τη ζωή, σύμφωνα με την οποία όλα εκπορεύονται από το Θεό και συνεπώς ό,τι κι΄ αν μας συμβαίνει πρέπει να το ανεχόμαστε αγόγγυστα -
Άλλ' αντρίζ'νε κι άλλ' μουγγρίζ'νε
(1929)Άλλες παντρεύονται κι άλλες μουγγρίζουν. Άλλαι μέν ευτυχούν νυμφευόμεναι, άλλαι δέ δυστυχούν -
Άλλ' κάμ'νε σόν ήλον και άλλ' σήν εβόραν
(1939)Άλλοι εργάζονται μέσ' στον ήλιο κι' άλλοι τρώνε στον ίσκιο. Γιά τους επιτήδειους πού εκμεταλλεύονται την εργασία των πολλών και ζούν σε βάρος τους -
Άλλα τ' ομάττα τή λάγονος κι' άλλα τή κούκουδα
(1939)Όμοιο με τό: Άλλα τα μάτια του λαγού κι' άλλα της κουκουβάγιας -
Άλλο γάιδαρον κι θα έχ' να κοτζέυ
(1939)Δε θάχει πια άλλον γάιδαρο για να μπορέσει να μετακομίσει, θα χάσει τον προστάτη του και τα μέσα που διαθέτει -
Άμον αγρόμηλον κοκκύμελον
(1939)Σαν άγριο κορόμηλο. Πολύ νέα, όμορφη και ροδαλή, μα ιδιότροπη και στρυφνή -
Άμον γουρζουλά δαβρίν
(1939)Σαν ραβδί που βαστάει η πανούκλα. Παραστατική έκφραση για τους πολύ αδύνατους ̇ σκελετώδικος -
Άμον καρμάνα γυροκλώσκεται
(1939)Σαν αδράχτι γυρίζει. Όλο και βρίσκεται σε κίνηση, μα και τίποτε το αξιόλογο δεν κάνει