Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "δυνατός"
Αποτελέσματα 10-18 από 18
-
Το βυνατό το ξίδι το στδεύο του στσίνει τα
(1951)Το δυνατό το ξίδι τ' αγγειό του το σκίζει. Το λένε ειρωνικά, όταν κανείς θυμώνει. Λεβ. 176. -
Το δυνατό ξίδιν τ' αντζειόν του χαλά
(1940) -
Το δυνατό το ξύδι, τρώει τ'άντζειόν του
(1951)Αντζειόν = αγγείον. Ένας οξύθυμος βλάπτει τον εαυτόν του με το να φωνάζη πολύ -
Του 'υρίζει το κρασί ξίδι, 'ίνεται βυνατό
(1951)Το κρασί που γυρίζει σε ξίδι, γίνεται δυνατό. Εκείνος που αλλάζει πίστη η ιδεολογία, πιο φανατικά εχτρεύεται οτι πρωτήτερα πίστευε. Λεβ. 246 -
Του δυνατό ξίδι το βαρέλι του τρυπά
(1962)