• Σαν του κουτσιάν' γερός 

    Κουρτίδης, Κωνσταντίνος Γ.; Κωνσταντινίδης, Γ. (1889)
  • Σε γερό σανίδι πάτησε 

    Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη
    Όταν ένας εύρισκε καλό στήριγμα και εξασφαλίζουνταν. Συχνά το έλεγαν όταν ένας νέος αρραβωνιάζουνταν με νέα, που οι γονείς της ήσαν εύποροι και σε θέση να τον βοηθήσουν στη δουλειά του ή να τον προσλάβουν σε δική τους
  • Τον άρρωστο δεν τον χωρεί η ρούγα και τον γερό το στρώμα 

    Σωφρόνιος, ηγούμενος Μονής Λιγγιστάδων (1877)
    Ερμηνεία: Ο άνθρωπος δυσκόλως δύανται να παραβιάση την φυσική του κατάστασιν
  • Χώρια τα γερά 

    Άγνωστος συλλογέας (1892)
    Ερμηνεία: Απευθύνεται προς τον θραύνοντα υέλινα σκώη