Πλοήγηση Παροιμίες ανά Συλλογέα "Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη"
-
Ράφτε, ξύλωνε, δουλειά μή σε λείπη
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Γιά ένα πού δεν προσέχει όταν κάνη μιά δουλειά, και την χαλνά γιά να την ξανακάνη -
Ρίχνω στ' άδεια, να πιάση στα γεμάτα
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Όταν ένας από σκοπού λέγει δικές του ιδέες και τις παρουσιάζει ως δήθεν ιδέες του αντικρινού του, με τον σκοπό να μάθη και εξιχνιάση την πραγματική σκέψη και διάθεση του ομιλητού του -
Ρώτ'σαν τον λύκο, γιατί είναι ο λαιμός του χοντρός, και κείνος είπε γιατί κυττάζω μοναχός μου τη δουλειά
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Ο ίδιος πάντοτε καλύτερα κάμνει τη δουλειά του από τον ξένο -
Ρωτώντας ρωτώντας, πάγει κανείς στο Μπαγντάτι
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Όταν ρωτά κανείς μπορεί να πάγη σ' όποιο μέρος θέλει και πολύ μακριά. Το Βαγδάτι τότε θεωρούνταν ο πιο μακρυνός τόπος -
Σ' αγαπάει η πεθερά σου
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Το λέγουν στον επισκέπτη που τυχαίνει να έλθη και τους εύρη την ώρα που τρώγουν ή κερνούν -
Σ' όποιο δάσκαλο καθίσης, τέτοια γράμματα θα μάθης
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Με όποιον συναναστρέφεσαι, και συ με αυτον θα μοιάζης -
Σ΄ έρημα βουνά, νερά πολλά
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Ερμηνεία: Για ένα που έχει πολλά πλούτη και τα μαζέυει χωρίς να κάμνη τίποτε καλό στην πατρίδα του και στους συνανθρώπους -
Σα βασίλισσα
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Ο άντρας της, την αγαπά και δεν της λείπει τίποτε -
Σα γραψ' η Μοίρα μελανά, σαπούνι δεν τ' ασπρίζει και σαν τα γράψη με χρυσά, κανείς δε τα μαυρίζει
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Ότι γράψει η Μοίρα δε ξεγράφεται -
Σα δε κλέψ'νε τα χέρια τ', θα κλέψ'νε τα ποδάρια τ'
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Για ένα που θα βρη τρόπο να κλέψη και αδικήση -
Σα διψάει η αυλή σ', μη χύνεις το νερό έξω
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1959)Όταν έχουν ανάγκη οι δικοί σου βοήθα τους κ' ύστερα τους άλλους