Πλοήγηση Παροιμίες ανά Συλλογέα "Πουλάκης, Δ."
-
Πάει (ή τον στέλνουν) για ψιλό φιδέ
Πουλάκης, Δ.Εις δουλειά πάει χωρίς να υπάρχη δουλειά, μόνον για να τον παιδεύουνε (αν είνε υπηρέτης) -
Πάρ' τ αυτά μου συχαρίκια
Πουλάκης, Δ. (1924)Πήγαινε δεν σε χρειάζομαι πιά ή δεν είναι κανένα μεγάλο για να 'ρθης να μου τα πεις. -
Πάρε με και ρίξε με στου χειρότερού μου εδικού
Πουλάκης, Δ.Ο συγγενής πάντα αγαπά τον συγγενή περισσότερον από τους ξένους -
Παίρνει νερό και βρέχεται
Πουλάκης, Δ.Ερμηνεία: θυμώνει πολύ. Η φράση φανετώνει το μεγαλήτερο θυμό που μπορεί να γίνει -
Παίρνω από το μόδι σπυρί
Πουλάκης, Δ. (1893)Εκεί που αξίζει πολύ ένα πράμα παίρνω λίγο, το πουλώ φτηνα -
Παινέσαμε το χοίρο μας και 'βγήκε χαλαζάρις
Πουλάκης, Δ. (1910) -
Παινέσαμε το χοίρο μας κι' εβγήκε χαλαζάρις
Πουλάκης, Δ. (1893) -
Παράς στο πουγγί, ψάρια στο βουνί
Πουλάκης, Δ. -
Πέντε μήνες ένα αδράχτι, πότε τόγνεσες, πλατώνα;
Πουλάκης, Δ. -
Πετάει την πέτρα και κρύβει το χέρι
Πουλάκης, Δ.Ερμηνεία: Δόλιος, επιρρίπτει εις άλλους όσα αυτός κάμνει -
Πίνω 'γω, γιατ' είμ' εγώ, τρείς του φίλου κι έξ' εγώ
Πουλάκης, Δ.Δια τους εγωϊστάς κ' φιλοκερδείς