Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 27-46 από 51
-
Ο βουβός ποτέ δε βγαίνει ψεύτης
(1952) -
Οι Θιακοί ευρήκαν το Θεό με τη γνώση
(1952)Δεν νομίζω πως αυτό βγήκε από το ανέκδοτο της Ιθάκης. Φαίνεται πως είναι λογοπαίγνιο με τις λέξεις Θιακός και Θεός, όπου το θιακός χρησιμοποιήθηκε σαν να σημαίνη θεακός, δηλαδή οπαδός του Θεού. Υπάρχει άλλωστε παροιμία και ... -
Οι πολλοί παίρνουν την Πόλη και οι λίγοι τ' Αργοστόλι
(1952)Στην Παλική λένε: ...το Σαμόλι, αγρόκτημα στον κόλπο του Λιβαδιού -
Οσό ΄χαμε μιώβολα, “κουμπάρε” και “κουμπάρε”! Και τώρα που τα σώσαμε, “ξεκουμπαρού, κουμπάρε”!
(1952)Μιώβολο = (αρχ. Ημιώβολον) μικρό νόμισμα της αγγλοκρατίας, το 1/4 της πένας, ξεκουμπαρού = φτιαστή λέξη, δηλαδή δε σε θέλω πια για κουμπάρο -
Παίναε τον καλό, να γίνη καλύτερος παίναε τον κακό, να γίνη χειρότερος
(1952)Επηρεασμένος από τη Βίβλο -
Που βρίσκει και πορεύεται, μούτζα του κι' αν παντρεύεται
(1952)Πορεύομαι = Οικονομιέμαι, έχω και περναω -
Που γράψη ζόρκονε ο Θεός, βρακί δεν αποτάζει
(1952)Ζορκός = γυμνός. Αποτάζω = αποκτώ. Θεός εδώ είναι κ' η Μοίρα -
Σε δούλεψα, με πλέρωσες, σπολλαίτη των χεριών μου
(1952)Έρισσος. Σπολλαίτη = ευχαριστίες (από το εκκλησιαστικό εις πολλά έτη, δέσποτα). Για τα λεφτά που μου 'δωσες, ας είν' καλά τα χέρια μου, δεν πρέπει να μου το λές διαρκώς για ευεργεσία -
Το Μάρτη ξύλα φύλαε, μην κάψης τα σταλίκια
(1952)Σταλίκια= τα ξύλινα δίποδα των χωριάτικων κρεβατιών