Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "βερεσέ"
Αποτελέσματα 18-37 από 97
-
Ο πίνει βερεσέ δυό φορές μεθά
(1906) -
Όγοιος πίνει βερεσέ, δυό βολές μεθά
(1934) -
Όγοιος πιεί βερεσέ δύο βολές μεθά
(1943) -
Όπκοιος πίνει κρασίβ βερεσιέ, μεθκιά δκυό φορές
(1940)Επειδή εις τούς πτωχούς πότας ή απότισις είναι δύσκολος, μεθούσι δίς, όταν πίνουν καί όταν πληρώνουν -
Όποιος 'γοράζει βερεσιέμ πκιερώνει το δκυό φορές
(1940)Πληρώνομεν αυτό δίς εις χρήμα καί εις ηθικήν υποχρέωσιν -
Όποιος παίρνει βερεσέ, δεύτερη μεθά
(1938)Όποιος δεν πληρώνει αμέσως ό,τι αγοράζει, στενοχωριέται όταν το πληρώνει -
Όποιος πίν' βερεσέ, δυό φορές μεθά
(1938) -
Όποιος πίνει βερεσέ διπλά μεθάει
(1957) -
Όποιος πίνει βερεσέ δυό βολές μεθυά
(1876) -
Όποιος πίνει βερεσέ δυό φορές μεθάει
(1902) -
Όποιος πίνει βερεσέ δυό φορές μεθάει
(1892) -
Όποιος πίνει βερεσέ δυό φορές μεθάει
(1874) -
Όποιος πίνει βερεσέ δυό φορές μεθυά
(1876)