Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "γούννα"
Αποτελέσματα 33-52 από 68
-
Να πας μ' έναν αφεdικό που να μη φορή ούννα, ιά να βάλης κι' εσ' αbά.Άμα bάς μ' έναν αφεdικό και φόρ' αbά, είdα να βάλης εσύ;
(1963)Αbά=ρούχο ευτελές, χοντροφτιαγμένο. Δηλαδή πρέπει να εργάζεσαι κοντά σε πλούσιο για να αμοίβεσαι ικανοποιητικά. -
Ορίστε, γούνα, ορίστε
(1909) -
Σαν να τον έχω τς γούνας μ' μανίκ'
Ως να είχα αυτόν οικείον ή φίλον, ως να ενδιαφέρομαι περί αυτόν. -
Σώχω ράμματα για τη γούνα
(1953) -
Την γούνναν θα μου βάλη
(1876) -
Της γούννας ντου το μανίκ'
Για τα πρόσωπα που δεν έχουμε μαζί τους κοινά συμφέροντα ή γνώμες, και που δεν εγκρίνουμε τις πράξεις τους, μη θέλοντας να πάρωμε πάνω μας την ευθύνη. -Τί; της γούννας μου το μανίκ' έν αυτόςς λένε