Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "γένεια"
Αποτελέσματα 64-83 από 238
-
Καθούμαι 'ς σην αγκάλα σ' και χτουπίζω τα γένα σ'
(1929)Κάθομαι 'ς την αγκαλιά σου και μαδώ τα γένεια σου -
Κατά τα γένεια πάνε η κούπα
(1917)Εις εκείνας τας περιστάσεις οι πρεσβύτερεοι πρέπει να κατέχουσι την πρώτην θέσιν και να προτιμούνται παντός άλλου ως σεβάσμιοι -
Κείνος που 'χει τα γέννια έχει και τα χτένια
(1950)Για κείνους που μεριμνούν για τις οικογενιακές ανάγκες -
Κι' ο Χριστός πρώτος τα γένεια του ευλόγισε
(1956)Είναι φυσικό να φροντίζη κανείς πρώτα για τον εαυτό του κ' ύστερα για τους άλλους -
Κρίμαν ς σα γένεια σ'
(1874)Φευ του πώγωνός σου επί των ου κ αξίας της ηλικίας ποιούντων τι. Και Θεοκρ. Χ, 4, “ευ μοι του πώγωνος ον αληθέως ανέφυσα” -
Μαλλιά είν' τα γένεια
(1958)Παροιμία ιδίας χρήσεως με την προηγούμενην. Δηλαδή, θέλει να δείξη ότι δεν πρέπει να συγχέωμε τα πράγματα