Πλοήγηση Παροιμίες ανά Συλλογέα "Νικολάου, Θεοδόσιος"
-
Ζήτα από γεννιά και μην έχεις καμμιάν έγνοιαν
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Λέγεται ειδκώς γι' εκείνους που ζητούν την αποκατάστασίν των δια της εις γάμου κοινωνίαν -
Η 'ρκά 'ν το μάρεν ν' αρμαστή τζί εζήταν τζιαί που πανωπροίτζιιν
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Η γριά δεν λογάριαζε να παντρεφτη και ζητούσε απανωπροίκι. Λέγεται επί των συζητούντων μετά σπουδής επί θέματος το οποίον δεν ετέθη -
Η αγάπη εμ πάνω στα σκατά τζι' αλλοί τον πον να ππέση
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Λέγεται δια την αγάπην (δια τον τυφλόν έρωτα). Η αγάπη είναι απάνω στα σκατά κι αλοίμονο σε κείνον που θα πέση -
Η γλώσσα κόκκαλα 'εν έσει τζιαι κόκκαλα τσακκίζει
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Η γλώσσα δεν έχει κόκκαλα και κόκκαλα τσακίζε -
Η κουφή κουφούδκια κάμνει, εν τζαί κάμνει αλιζαβρούδκια
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Η οχιά οχιέν γεννάει, δεν γεννάει σαύρες -
Η νύχτα κάμνει πίσκοπον (ή επίσκοπον)
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Δια το τι δύναται να επιτελεσθή εντός μίας νύχτας -
Ηύρες το σύκο πάρε το γιατί το παίρνουν άλλοι
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Να εκμεταλλεύεσαι τας ευκαιρίας οσάκις σου παρουσιάζονται -
Ηύρες το σύκοσ σήκου το γιατί σηκώνουντ' άλλοι
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Να εκμεταλλεύεσαι τας ευκαιρίας οσάκις σου παρουσιάζονται -
Ηύρες το χωρκόν με δίχως σιύλλους τζιαι περπατάν με δίχως βέρκαν
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Βρήκες το χωριό ψωρίς σκύλους και περπατάς δίχως βέργα -
Θυμός του χωριάτη, ζημειά στην τσέπη του
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951) -
Θυμός του χωρκάτη, ζημειά του πουντζιού του
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Λέγεται δι΄ εκείνους οι οποίοι οργίζονται κτυπούντες και σπάζοντες τα πάντα όπου εν τέλει υποχρεούνται αυτοί να πληρώσουν τα ζημείας των -
Θωρείς την κουφήν τζιαι γυρέβκεις την κολοσυρμαθκειάν;
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Δηλαδή Βλέπεις την οχιά και ζητάς τα ίχνη της; -
Κάμνει ο κλέφτης ανασισλήν να φοηθή που χάσει
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Κάμνει ο κλέφτης θόρυβον να φοβηθή εκείνος που έχει για να χάση -
Κακόν σκυλλίγ κακόν ψόφον έσκει
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Ερμηνεία: Κακό σκυλί κακό θάνατο έχει//Λέγεται δια τους κακούς ανθρώπους -
Καλός καλός ο σιοίρος μας τζι εξέβην χαλαζιάρης
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Καλός καλός ο χοίρος μας και βγήκε με χαλάζι -
Καμήλα κλάννει στο Πεντάκωμον
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Λέγεται δι εκείνους που ομιλούν δίχως να τους προσέχη κανείς -
Κατά μάναν κατά τζιύρην κατά θκειόν καραβοτζιύρην
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Κατά την μάναν τον πατέρα, τον θείον -
Κατά που σου κάμουν κάμνε, τζαι κατζιίαν με κρατάς
Νικολάου, Θεοδόσιος (1951)Όπως σου συμπεριφέρονται, να συμπεριφέρεσαι και μην κρατάς κακίαν