Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "βουλλώνω"
Αποτελέσματα 4-12 από 12
-
Εβούλλωσεν το στόμαν του ο άρgυρος
(1940)Οι το πρώτον αποκτώντες περιουσίαν επαιρόμενοι δεν είναι ομηλιτικόι προς τους πτωχότερους. Λέγεται και δια δωροδοκηθέντας -
Εβούλλωσεν του τα ο δκιάολος
(1940)Πιστεύεται ότι του φιλαργύρου τα χρήματα είναι κατηραμένα και φέρουσι δυστυχίαν. Ίδε “ ακριβός ” 9, του οποίου προφανώς είναι βραχυλογία -
Θα μ' β'λλως τα γίδια στου γόνα!
(1927)Ερμηνεία: Ουδόλως θα δυνηθή να με βλάψης. Επειδή εκ φύσεως τα γίδια είναι σαν σφραγισμένα εις το γόνατον