Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 47-66 από 176
-
Δίπορτο τόχω
(1888)Έχω δύο καταφύγια, ώστε απελαυνόμενος εκ του ενός καταφεύγω εις το έτερον. Δίπορτο σημ. κυρίως σπίτι έχον δύο θήρας -
Δικέμπρης, δίκιο σπόρο στη γη
(1888)Δικέμπρης=Δεκέμβριος. Ο λαός νομίζει ο Δικέμπρης γίνεται εκ του δίκαιος -
Έλα και σύ κοπρίτη – που δα την αφήσω 'γώ την Κρήτη!
(1888)Κοπρίτης= σπουργίτης, στρουθίου. Έκ του κόπρος η αναζητών την τροφήν του εις μέρη πλήρη ακαθαρσιών των αυλών και των στάβλων -
Έχε το και ποτέ να μη σου χρειαστή
(1888) -
Εβατσίστηκ' ο λαγός τα σταφύλια
(1888)Σημείωση: Εβατσίστηκε = έμαθεν, βατσίζομαι= γλυκαίνομαι, εθίζω -
Ζαγαρούν τα χέργια σου
(1888)Εις χείρας ενοχλητικός. Διά της λέξεως λαγαρώ σημαίνεται κυρίως το αίσθημα όπερ χυμοί τινές φυτών, ως της κνίδης, της δρακοντιάς κλπ. προξενούσιν ερχόμενοι εις επαφήν μετά της σαρκός ημών επί των χειλέων και άλλων τρυφερών ...