Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "θύρα"
Αποτελέσματα 2-12 από 12
-
Δεν έχ΄ θύρα του σπίτ΄σ΄
(1939)Λέγεται επί εισερχομένων χειμώνος εντός της οικίας ξένου και μη κλείοντος την θύραν -
Είναι τας τύρας τας τύρας
(1941)Μόλις βαδίζει κλονισμένος. Επί γερόντων ή ασθενών. Τρέμει, όπως το κάλυμμα του Αγίου ποτηρίου, όταν ο ιερεύς εκφωνή “Τας θύρας τας θύρας” -
Ο μην εισερχομένος διά της θύρας
(1876) -
Όνdουνους θύρι ΄ά δώσ΄ ΄ά δώσουν τσαί το σόν dο θύρι
(1951)Οποιανού πόρτα χτυπήσεις, θα χτυπήσουν και τη δική σου πόρτα. Ό,τι κάμεις θα πάθεις. Ό,τι ζητήσεις από άλλους, θα το ζητήσουν κι από σένα -
Όπου θύρα, τεμπεσίρα
Για τους φλύαρους, μάλλον τις γυναίκες, που από θύρα σε θύρα πηγαίνοντας κουβεντιάζουν -
Το σιδερώνα θύρι ΄ίνεται σό ξυώνα μουχτάτσι
(1951)Η σιδερένια πόρτα έρχεται στην ανάγκη της ξυλένιας. Κι ο πιο πλούσιος ή δυνατός άνθρωπος θα χρειαστεί μια μέρα τη βοήθεια του φτωχού -
Των θυρών κεκλεισμένων
(1943) -
Φότεζ να μη τσαλdεις το θύρι, το θύρι τζο νοίζεται
(1951)Αν δε χτυπήσεις την πόρτα, η πόρτα δεν ανοίγεταιΕ. Ίναι το ευαγγελικό : Κρούετε και ανοιγήσεται. Ματθ. Ζ΄ 7