Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "γερνώ"
Αποτελέσματα 20-39 από 177
-
Γέρασα και δεν ωφελώ, μόνο τα ψωμιά χαλνώ
(1956)Παράπονο γέροντος, που από τα γερατειά δεν προσφέρει τίποτε στους άλλους. -
Γέρασε και δε λέει να γνωστέψ'
(1965) -
Γέρασε και κούτιασε
(1959) -
Γηράσκω αεί διδασκόμενος
(1956) -
Δεν τόχω που γερνώ, μόν' τόχω που μαθαίνω
(1956)Όταν ο ηλικιωμένος βλέπη και ακούη πράγματα πυ δεν τα είδε και δεν τάκουσε, και λυπάται που γερνά -
Εγέρασεν ο αλουπός τζ' εγίνην παιγνίδιν των όρνιθων
(1940)Εκείνον που απέβη ανίσχυρος και ανυπόληπτός, ουδείς πλέον φοβείται -
Εγεράσαν οι κάττοι τζαί περιπαίζουν τους ποντιτζοί
(1940)Επί των αποβαλόντων την δύναμίν των που οι ασθενέστεροι εσέβοντο -
Εμείς γερνούμε, μα τα χρόνια πάνε κι' έρχουdαι
(1963)Δηλαδή, εμείς φθειρόμεθα, ο χρόνος δεν χάνεται -
Η αλεπού όταν γεράση, καλογριά γίνεται
(1956)Για έναν, που αφού κάνει πολλά στη ζωή του, συνέρχεται όταν γεράση -
Η γάτα κι' αν γηράσ' τα ίδια νύχια θα 'χ
Λέγεται ως ενδιεκτικόν του ότι αι κακίαι και τα ελαττώματα παρακολουθούν το άτομον μέχρι γήρατος -
Ήμαν νιος κι γέρασα
(1911) -
Ήμουν νιά, έκανα τους νιούς χουσμέτι, γέρασα, πάλι τους νιούς κάνω χουσμέτι
(1959)Όσο ήμουν νέα μητέρα εδούλευα για τα παιδιά μου, τώρα, γριά, δουλεύω στα εγγόνια μου