Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "ημερώνω"
Αποτελέσματα 1-6 από 6
-
Είδες δκυό τζ' έμ μερωμένοι; Έξερε τζ' έμ που τους δκυό τον ένα
(1940)Την αρμονία, κατά την συμβίωσιν δυό ατόμων δεν εξασφαλίζει μόνον η συμφωνία αισθημάτων, φρονημάτων κλπ αλλά προ παντός η προσαρμογή του ενός προς τον χαρακτήρα του άλλου -
Τ' άγρια τα μουχτερά τα σjόνjα ημερεύουνε
(1874)Τας ύς αι χιόνες τιθασσεύσουσιν (είτε δαμάζουσιν). Ερμηνία : Επί των τέως μεν ατιθάσσωνκαι θρασέων, ήδη δ' υπό δυστυχίας τεταπεινωμένων -
Χέσσα! 'μερών και κρούει σε σα μέσα
(1911)