Πλοήγηση Παροιμίες ανά Συλλογέα "Παπαχριστόδουλος, Χ."
-
Η παντρειά είναι άκοπον γκαρπουζι
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932) -
Η παντρειά κακή πετριά
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932) -
Η πουλλdα ξεσκάλλdει ξεσκάλλdει, τα μμάτια της βγκάλλdει
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932) -
Ήβγηκεν του τού θεριστή κι ας κοιμάται κιόλα
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932)Έχει τη φήμη, δεν είναι όμως στην πραγματικότητα -
Ήρτε γκι άλλος 'που την γ Κών γκαί γυρευγκει μερτικό
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932)Για κείνους που ξεπετιούνται τελευταία σε μια υπόθεση -
Θαρείς κι είναι μιάλου καλαθκιού κώλος
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932)Κάμνει το μεγάλο, ενώ δεν είναι -
Θαρείς τ' αυγκά λωνεύγκου τα τ' αππίδγκια λοκοπούν τα; μόνου τ' αυγκά τηανίζουν και τ' αππίδγκια καθερνούντα
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932)Ερμηνεία : Απειρία -
Θέλεις άρρωστε, τσουβρά;
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932)Για εκείνους που ερωτούν άλλους αν θέλουν κάτι ενώ ξέρουν ότι το ποθούν -
Θέλεις θέριζε και δίννε, θέλεις δίννε και κουβάλιε
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932)Φανερή ανισότητα αφίνει για τον εαυτό του τη μιά εργασία το κουβάλημα ή το θέρισμα -
Και σύ λαός μουστάκια και βω λαός μουστάκια, λέει η λαουδίνα στο παιδί της, μόλις το γεννήση, για να πάη να βοσκηθή
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932)Μεταφορικώς στα παιδιά που δεν εργάζονται -
Καινούργιο μ μου κόσκινο γκαι που να σε κρεμμάσω
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932)Ερμηνεία: Για τες πρώτες περιποιήσεις του συζήγου