Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "βρέχω"
Αποτελέσματα 89-108 από 367
-
Βρέξε τα πόδια σου να φας ψάρι
(1964) -
Βρέξη χιονίση
(1892) -
Βρέξι κώλον φάϊ ψάρι
(1915) -
Βρέχει με το καρδάρι
(1895) -
Βρέχει ο Θεός και βρέχομαι
(1876) -
Βρέχει ο Θεοός και φραίγει ο μήνας
(1962) -
Βρέχει χιονίσει
(1957)Ότι δήποτε κι ανα συμβεί. Φρ. Συνηθισμένη: Ε βρέχει χιονίσει ο μιστός τρέχει -
Βρέχει, βρέχει κη βρουντά κ' η Ατάλεια μουρμουρά
(1941)Η Ατάλεια κείται προς Ν.Α. Του Λιβυσσίου, εκείθεν δε πνέει ο νότιος άνεμος υπό βροχών και βροντών συνοδευόμενος