Πλοήγηση Παροιμίες ανά Συλλογέα "Φαρμακίδης, Ξενοφών Π."
-
Μαλάκκαμ πούβρεν
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π.Είπεν τις εν κώμα του γιαλού δια νέου ευρόντα αρκετήν προίκα -
Μαλλίν της κουφής
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π. (1918)Ερμηνεία: Επί των στερουμένων και αυτών των χρειωδών ίσον τω μηδενί -
Με τομ μαυρόμ μου αναγυκώθηκα τζαι ξέρω τα κουστούμια του
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π. (1918) -
Με τομ μαυρόμ μου αναγυκώθηκα τζαι τα κουστούμια του εν τα ξέρω
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π. (1918)Ήτοι γνωρίζω τινά εξ' απαλών ονύχων -
Μεγ κλαις κουκκούφα τα 'παθες, μόνον τα εν να πάθης
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π. (1918)Κουκκούφα = τύπος κουκούφα σημαίνων σημαίνων την γλαύκα δεν υπάρχει -
Ξηλειφτούριν, το
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π. (1918)Κατηγορείται επί εκείνων, οίτινες καταστρέφουσι ευκόλως τα πράγματα -
Ο άρκος έφαεν τζ έβρασεν, ο φτωχός έφαεν τζ' ερίασεν, άρκος εποταξάρωσεν τζ' ο φτωχός έβρασεν
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π.Ερμηνεία: Ο πλούσιος φαγών τα πολυποίκιλα φαγητά και πιών οινοπνευματώδες και άλλα θερμαντικά ποτά, εθερμάνθη. Ο πτωχός όμως φαγών το λιτόν φαγητόν του και μη πιών άλλο ειμήν ύδωρ μόνον, εκρύωσεν, αλλά κατόπιν που ήρχισε ... -
Ο γάαρος ο κόντρης είδεν το στρατούριν τζ' έκατσεν
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π.Επί των συναισθανομένων τα εαυτών αμαρτήματα -
Ο δικιάολος έμ' μακράμ, μα τα έρκα του φτάννουσιν
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π.Ερμηνεία: Λέγεται όταν θέλωσι να δηλώσωσιν ότι πράξεις τις έγινε και εισήγησιν τον σατανά -
Ο Θεός να σε γλέπη που γερον τικός -στρηνίν
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π. (1917)Στρηνίν= στρήνος, οργασμός προς συνουσίαν -
Ο Θεός σκάλες ανεβάζει τσαί σκάλες κατεβάζει
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π. -
Ο κώλος ο τίτσυρος είδεν το βρατσίν τσαι γέλασεν
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π. (1917)Τίτσυρος = ο γυμνός, ρακένδυτος -
Ο λύκος έχει τ' όνομα κι η αλουπού τα τρώει
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π. (1912)Αποδίδονται ξένα αδικήματα -
Όπκοιος ανακατώννεται με τα πίτερ, τρών τον οι όρνιθες
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π.φθείρωσιν ήθη χρηστά ως