Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "γεμίζω"
Αποτελέσματα 53-72 από 203
-
Κουκκίν κουκκίν εάν σωρευθή, το μόδιν να γεμίση
Βοημικήν, Πολωνικήν, Ιταλική, Γερμανική, Αγγλική, Ολλανδική, Γαλλική, Ισπανικήν, Πορτογαλλικήν, Σερβικήν -
Κουκκίν το κουκκίν γεμίζει το σακκί
(1876) -
Κουκκίν, κουκκίν, γεμίζει το σακκίν
(1902) -
Κουκκίν, κουκκίν, γομούται το σακκίν
(1911) -
Κουτσίν, κουτσίν γεμώννει το σατσίν
(1940) -
Μάραθο και μάραθο γεμίζει η γρά το κάλαθο
(1963)Συμβουλευτική παροιμία δια την καλλιέργειαν του πνεύματος αποταμιεύσεως -
Μι φασούλ' φασούλ' γιμώζ' του σακκουλ'
(1952)Λέγεται ως ενδεικτικόν του ότι δια της οικονομίας και περισυλλογής επιτυγχάνονται πολλά