Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "δυό"
Αποτελέσματα 433-452 από 575
-
Όποιος λουτουρκά σκιυό εκκλησίες πάντα της μιάς γελάτης
(1951)Όποιος λειτουργεί σε δυό εκκλησίες πάντα γελάει στη μίαν. Λέγεται δι' εκείνους οι οποίοι ασχολούνται με δυό εργασίας ταυτοχρόνως προς βλάβην όμως της μιάς εξ' αυτών -
Όποιος παπάς λουτουρκά σε δκυό εκκλησίες της μιας γελά της
(1956)Το αυτό ως και το προηγούμενον, δηλ. Το της Γραφής “Ουδής δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν” Λουτουρκα = λειτουργώ, δκυό = δυό, γελά = ξεγελώ, αδικώ -
Όποιους κ'νηγάεί δυό λαγοί δεν πιάν' κανέναν!
(1906)Ερμηνεία: Επί των επιδιωκόντων δυό συγχρόνως και ουδέτερον κατορθούντων -
Όπου δυό κ' εγώ τρείς
(1884) -
Όπου δυό κι εμείς τρείς
(1963)Λέγεται, όταν κανείς μιμείται οτί βλέπει να κάνουν οι άλλοι, όταν είναι παντού ανακατεμένος, όταν είναι μες στα όλα. Προέρχεται από παραμύθι -
Όπου δυό κι κείνους τρείς
(1889)