Πλοήγηση Παροιμίες ανά Συλλογέα "Ιωαννίδης, Σάββας"
-
Ο άθρωπος ότες γεράση τα φουκιά τ' να ξεράση
Ιωαννίδης, Σάββας (1886) -
Ο διάβολος δουλειά δεν έχει την κάτα λύει και δένει
Ιωαννίδης, Σάββας (1886) -
Ο καλοκαιρινός ο καρπός τον χειμώνα μοσκίζει
Ιωαννίδης, Σάββας (1886) -
Ο κόσμος γελούν πε μένα και γώ πε κείνον
Ιωαννίδης, Σάββας (1886) -
Ο κόσμος πε το κόσμο και ο μυλωνάς πε το νερό
Ιωαννίδης, Σάββας (1886) -
Ο φούρνος ψήνει τα ψωμιά και η κιαρά παινειέται
Ιωαννίδης, Σάββας (1886) -
Ό,τι έβρεξε κατέβασε, κι' ό,τι ηύρε πήρε
Ιωαννίδης, Σάββας (1886) -
Όπ' ο κόσμος κ' ο Κοσμάς
Ιωαννίδης, Σάββας (1886) -
Όποιος έφαγε το μέλι έχει την μύϊα 'ςτο κεφάλι
Ιωαννίδης, Σάββας (1886) -
Όπους ου κόσμους κι ου Κουσμάς
Ιωαννίδης, Σάββας (1886) -
Ότ' γεννήσ' η κάτα ποτκό κρατεί
Ιωαννίδης, Σάββας (1886) -
Πάρε δουκράνι χώριζε παλιές
Ιωαννίδης, Σάββας (1886) -
Πε' τον κακοπεβγάστη ας έν και πίτερα
Ιωαννίδης, Σάββας (1886)Αποβγάζω και πεβγάζω (Θράκη) = αποδίδω το οφελόμενον -
Πέσε απίδι να σε φάγω
Ιωαννίδης, Σάββας (1886) -
Προσκύνα τον διάβολο, όσο να περάσης το γεφύρι
Ιωαννίδης, Σάββας (1886) -
Σ έρημο τόπο ξύλα και νερό
Ιωαννίδης, Σάββας (1886) -
Σ του κουφού την πόρτα όσο θέλεις βρότα
Ιωαννίδης, Σάββας (1886) -
Σ του σκύλου τα μάτια βρώσα δεν μπαίνει
Ιωαννίδης, Σάββας (1886) -
Σαν έφκειαναν γούλα τα μαμούδια μέλι θ' ήθελαν κάνει και τα κουπριομάμουδα
Ιωαννίδης, Σάββας (1886)