Πλοήγηση Παροιμίες ανά Συλλογέα "Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή"
-
Βούδι σελάτ' αόραζε και άδαρο καμπούρη υναίκα γλικοκάμπυλη χοίρο μακρυομούρη
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1925)Γλικοκάμπυλη = Λιγνή -
Βούδι σελλάτ αόραζε καί άδαρο καbούρη, 'υναίκα γλινοκάπουλη, χοίρο μακρυομούρη
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Σελλάτ = μέ καμπυλωτή ράχη. Γλινοκάπουλη = με λιγνά καπούλια. Π.χ. “Μουρέ, μά 'φτή dη χοdρέλα θά πάρης; Δέν έχεις ακουστά, πού λέει το λακριδί, πώς βούδι σελλάτ' αόραζε...” -
Βουβός κι' άλαλος επόμεινα
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928) -
Βουβός κι' άλαλος επόμεινα όντε do' κουσα
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)Ερμηνεία : Do' κουσα = άκουσα -
Βρακί δεν είχαμε gαί πουκάμισο ΄θέλαμε
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται, όταν ζητάμε πράγματα υπερβολικά, ενώ μας λείπουν τα στοιχειώδη -
Βρέχει, βρέχει και χιονίζει κι ο παπάς χερομυλίζει
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)Όταν βρέχη λένε τα παιδιά -
Βρούλλα μου δώνεις, ψάθη σου bλέκω
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή, ανάλογο με τα υλικά, που μου δίνεις, ή με τις συνθήκες εργασίας είναι και το προϊόν. Αντιστοιχεί και πρός την έκφραση: Με το ίδιο νόμισμα σε πληρώνω -
Βρωμεί ο Βριός, βρωμού gαί τα καλά dου
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται περιφρονικά για άνθρωπο, που δεν εκτίμουμε. Δήλ. Δεν θέλω ούτε την συναναστροφή κάποιου ούτε τα δώρα του -
Βρωμείς δε βρωμείς, δάχτυλά μου, δικός μου 'σαι
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1930) -
Βρωμής δε βρωμής, δάχτυλά μου, δικός μου 'σαι
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή, ό,τι δικό μας. Αναγκαστικώς το ανεχόμεθα -
Για πείσμα του ειτονου μου θα κόψω ώ τα ρχ ... μου
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1925) -
Γιάννης κερνά και Γιάννης πίνει
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963) -
Γνώση και πράξη να φορής νάσαι καλά dυμένος και με τσι μεγαλύτεροι νάσαι συdροφιασμένος
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή να σκέπτεσαι σωστά, να μην είσαι μόνο λόγια παρά να κάνης και έργα και να συναναστρέφεσαι με μεγαλύτερούς σου. Τότε είσαι προφυλαγμένος -
Γνωρίζουdαι dα μάουλα που τς έχου τζ' αλειχήνες
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1931) -
Γνωρίζουdαι dα μάουλα, που τσ' έχου τζ' αλειχήνες
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται όταν κατηγορής κάποιον για ελάττωμα που δεν έχει ή που το έχεις εσύ. -
Γνωρίζουνται τα μάουλα που τζ' αλειχήνες
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)Μη μου κατηγοράς κάποιονανε που είναι καλός ή πάλι μη μου λες πως είναι καλός αφού δεν είναι. Μη μου λες ποτέ κάτι που φαίνεται και το ξέρουν όλοι. -
Γρϊά κι' αν εστολίζουσου, στ' ανήφορο 'γνωρίζουσου
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Ερμηνεία: Δηλ. Τα γηρατειά, όσο κι' αν προσπαθούμε να τα κρύψωμε, δεν κρύβονται