Πλοήγηση Παροιμίες ανά Συλλογέα "Σχινάς, Ορέστης Δ."
-
Μάτια που δε βλέπουντι γλήγορα λησμουνιούντι
Σχινάς, Ορέστης Δ. (1911)Η μακρά απουσία επιφέρει λήθην -
Μαζεύ' γράμματα για τουν άλλουν κόσμου
Σχινάς, Ορέστης Δ. (1911)Ερμηνεία: Επί των ετοιμοθανάτων ασθενών -
Μαζί ουμιλούμι κι' αχώρια κουβιντιάζουμι
Σχινάς, Ορέστης Δ. (1911) -
Μαθημένα είνι τα βουνα π τα χιόνια
Σχινάς, Ορέστης Δ. (1911)Ερμηνεία: Επί των συνειθισμένων εις τας ταλαιπωρίας -
Μαλώνουμι, γειτόντσα; Σ τα νύχια πατώ
Σχινάς, Ορέστης Δ. (1911)Ερμηνεία: Επί των επιζητούντων αφορμήν προς έριδα -
Μαύρου είνι του χαβιάρ, άμα του τρών οι αρχουντάδις·άσπρου εινι του χιόν', άμα του κατουρούν τα σκυλιά
Σχινάς, Ορέστης Δ. (1911) -
Μέλ' κι γάλα γίνκαν
Σχινάς, Ορέστης Δ. (1911)Ερμηνεία: Επί συνδιαλλαγής δύο εχθρικώς διακειμένων προς αλλήλους -
Μέσ' 'ς τη bίττα πάστ'σι
Σχινάς, Ορέστης Δ. (1911)Ειρωνικώς προς τους αποτυγχάνοντας εις τας υποθέσεις των ή προς τους λέγοντας άτοπα -
Μέσα Παναγία, όξου Παναγία
Σχινάς, Ορέστης Δ. (1911)Ερμηνεία: Επί των λησμονούντων την ευεργεσίαν όταν παρέλθη η αναγκη των -
Μη νικατώνς τα σκατά, γιατί βρουμού
Σχινάς, Ορέστης Δ. (1911)Μην ανακατώνης τα σκατά γιατί λερώνεσαι -
Μη χέζτι τσίπρα, γιατ είνι ου άντρας μου dραγάτς
Σχινάς, Ορέστης Δ. (1911) -
Μι άδειου τουφέκ' πάει 'ς τουν πόλιμου
Σχινάς, Ορέστης Δ. (1911)Ερμηνεία: Επί των άνευ των αναγκαιων εφοδίων επιχειρούντων εργασίαν τινα -
Μι δικό σ φαϊ πιε, κι αλισβιρίσ' μην κάνς
Σχινάς, Ορέστης Δ. (1911)Αλισβιρίσι λ. τουρκική = δοσοληψία -
Μι όποιον δάσκαλουν καθίης τέτοια γράμματα θα μάθς
Σχινάς, Ορέστης Δ. (1911)Ο χαρακτήρ μορφούται συμφώνως προς το περιβάλλον -
Μι τα μουστάκια μάστουρας κι μι τα γένεια κάλφας
Σχινάς, Ορέστης Δ. (1911)Ερμηνεία: Επί των εξ ανωτέρας θέσεως υποβιβαζομένων εις άλλην κατωτέραν -
Μι τα πι άκρις μέσις
Σχινάς, Ορέστης Δ. (1911) -
Μι τα σκατά τ βράζ'
Σχινάς, Ορέστης Δ. (1911)Επι των οργίλων, οίτινες ουδέ την παραμικράν παρατήρησιν ανέρχονται