Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "βιάζομαι"
Αποτελέσματα 27-46 από 112
-
Όποιος βγιάζεται σκουντάβγει
(1917) -
Όποιος βγιάζεται, ξβμένει
(1938)Όταν η εργασία γίνεται μέ βία δέν θά γίνη καλή καί θα αναγκαστούμε νά τήν επαναλάβουμε, καί θα αργήσωμε -
Όποιος βιάζεται 'ξωμένει
(1917)Λέγεται επί εκείνων οίτινες επειδή βιάζονται να πράξωσί τι δέν πράττουσι τούτο καλώς -
Όποιος βιάζεται αργεί να πάη
(1876) -
Όποιος βιάζεται γεράει γλήγορα
(1910) -
Όποιος βιάζεται γεράζει γλήγορα
(1876) -
Όποιος βιάζεται γηράζει γλήγορα
(1908) -
Όποιος βιάζεται μένει καταστρατής
(1959) -
Όποιος βιάζεται ξομένει
(1969) -
Όποιος βιάζεται ξωμένει
(1902) -
Όποιος βιάζεται ογλήγορα γηράζει
(1905) -
Όποιος βιάζεται σκοdάβγει
(1914) -
Όποιος βιάζεται σκοντάφτει
(1964)