Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 229-248 από 508
-
Η ψη την ψην όντας κι θέλ', ποπά ντο στεφανώνεις;
(1939)Για τα συνοικέσια, όπου από πριν είναι γνωστή η ασυμφωνία των χαρακτήρων, και η έλλειψη συμπάθειας του ενός ή και των δυο μελλονύμφων μεταξύ τους. Η παροιμία απλώνεται και σ' άλλες εκδηλώσεις της ζωής, φιλίες άσπονδες, ... -
Ήλε- μ, αργάτες κ' 'ενουσνε, καμμιάν κ' εβραδάστες ;
(1939)Το λέγαν οι εργάτισσες των χωραφιών με μακρόσυρτο και θλιβερό σκοπό, σα μοιρολόγι, βλέποντας τον ήλιο όταν μεσουρανούσε -
Ήμπαν ακούς πολλά κεράσα μικρόν καλάθ' έπαρ' και δέβα
(1939)Όμοιο με το: Όπου ακούς πολλά κεράσια μικρό καλάθι πάρε μαζί σου -
Ήντσαν έχ' πολλά βούτερον, βάλλ' και σα κιντέας
(1939)Όποιος έχει πολύ βούτυρο, βάζει και στις τσουκνίδες -
Ήντσαν εβγαίν' και πορπατεί, για κάτ' θα ηυρίκ' και τρώει, για κάτ' θα ηυρίκ' και τρώει-ατον
(1939)Όποιος βγαίνει και περπατεί ή κάτι βρίσκει θα βρει να φάγει, ή κάτι θα τον βρει να τον φάγει -
Ήντσαν τρέχ' στην αρχοντίαν συγερά την εφτωχίαν
(1939)Όποιος τρέχει στην αρχοντιά, γερνάει με τη φτώχεια -
Κα 'κι κρούει – ατον
(1939)Δεν τον χτυπάει κάτω. Κρύβει όλα τα ελαττώματά του και δεν αναγνωρίζει κανένα σφάλμα του -
Κάμ' σόν ήλον και τρώει σήν εβόραν
(1939)Εργάζεται στον ήλιο και τρώει στον ίσκιο. Κουράζεται στην εργασία του μα έχει το κεφάλι του ήσυχο : Δεν έχει ανάγκη κανέναν, δεν χρωστάει κανενός -
Καθαέναν πρόγατον ασ' σο πατξάχ'ν αθε κρεμάν'ν ατο
(1939)Το κάθε πρόβατο από το πόδι του το κρεμάνε -
Καθαείς “το τάνι μ' άσπρον εν“ λέει
(1939)Ο καθένας λέγει: το ξυνόγαλο μου είναι άσπρο.- Για επαινούν η δεν ανέρχονταικαμμιά κακολογία η κατηγορία για δικά τους πράγματα