Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 2175-2194 από 5686
-
Επκέρωσε τα σπασμένα
(1940) -
Επόκατσεσ σαν την αλουσίβα
(1940)Στάκτη εις ποσότητα ύδατος γίνεται αλουσίβα προς πλύσιν. Το νερόν θολόν καθαρίζει βαθύτερον. Λέγεται επί θυμού κατευνασθέντος -
Επολοήθεν ο γάδαρος, που την απόσσω πάχνην
(1940)Επί όσων απρόσκλητοι επεμβαίνουσιν εις υποθέσεις άλλων αγνώστων -
Επολοήθεν τζ' ο γάδαρος από την αππέσω πάγνην
(1948)Ερμηνεία: Για κείνους που παίρνουν τον λόγο απρόσκλητοι χωρίς να τους ανήκη και χωρίς να ξέρουν τίποτα για την υπόθεση -
Επολοήθηκεν τζί ο γάδαροςπου την αππέσσω πάγνην
(1931)Μας απαντάει κι ο γάϊδαρος απ' το παχνί το μέσα. Για κείνους που παίρνουν τον λόγο, χωρία να τους ανήκη και χωρίς να ξέρουν τίποτα για την υπόθεση -
Εππέσαμ πάνω μου σαν τους ατους στο φτώμα
(1940)Οι αετοί τρέχουσι όπου υπάρχει πτώμα. Αλλά και οι κληρονόμοι σπεύδουσι να διανεμηθώσι την περιουσίαν του συγγενούς των -
Εππέσαμ πάνω μου σαν τους λιμπούρους
(1940)Ερμηνεία: Επί πλουσίων γενναιοδώρων που τους περικυκλούσιν οι πτωχοί -
Επρίστην το σερτίμ μου τζ' έγινην αντίν
(1920)Ερμηνεία: Επειδή ως εκ του περιτυλιουομένον παννίον το αντί εξογκούνται η λέξις αντί = κατήντησε σημαντικόν της εξογκώσεως οιονδήποτε πράγματος -
Ερίξαμεν άγκυραν
(1940)Ναυτική εικών. Δι΄όσους παραμένουσι κάπου ενώ έπρεπε να επιστρέψωσι ταχέως. Επίσης δι΄όσους ένεκα ανυπερβλήτου κωλύματος δεν εξακολουθούν τον δρόμον ή την εργασίαν των -
Ερκώθης που τον άρκονταν δήννει σε που την γλώσσαν
(1954)Εχρεώθης απ' τον πλούσιο, σε δένει από την γλώσσα -
Ερούφησε την γλώσσαν του
(1940) -
Ερωτήσαν τον σσύλλον πόσες ροτσιές έφα(γ)ες; τζ' είπεν “όσους πελλούς είδα”
(1920)Σημείωση: Ροτσιά = πετριά -
Ες σαϊτίζεις το ψουμίν τζαί τ' άλας
(1940)Διά τους επιλήσμονας φιλικών δεσμών και τους αγνώμονας ή κοινωνία τραπέζης και άλατος ώστε να είναι σοβαρότερος όρκος το “ Μα το ψουμίν τζάι τ' άλας πούφα(γ)α”! -
Εςhει Chυράς Ελένης που το πωρνόν; Σφίξε τα ζεβλοράματα. Έςhει το δείλις; Κόψε τα
(1945)Κυρά – Λένη = Ίρις