Πλοήγηση Παροιμίες ανά Συλλογέα "Αγακίδης, Ι."
-
Πήρε κι' αυτός τη βάψ'
Αγακίδης, Ι. (1895)Τοσουν κατεπονήθη ώστε έλαβε την χροιάν του προσεγγίζοντος εις τον θάνατον -
Πήρε το κεφάλι του αέρα
Αγακίδης, Ι. (1895) -
Πίσω έχει τ' απίδι την ουρά
Αγακίδης, Ι. (1895) -
Ποιος παινεί τη νύφη μας η τσιμπλού η μάννα της
Αγακίδης, Ι. (1895) -
Πολλές φορές (ή βολές) παγαίν' η στάμνα 'ς το πηγάδι 'ς τον πάτο σπάν'
Αγακίδης, Ι. (1895) -
Πρόσταξαν την αλεπου κ' η αλεπου την ουρά της
Αγακίδης, Ι. (1895) -
Πρώτα βλάχε μ' τ' άλογο
Αγακίδης, Ι. (1895)Ερμηνεία: Πρώτα βλάχε έπρεπε να φροντίζης περί του ίππου και όχι τώρα να τον κλαίης αποθανόντα της πείνας -
Πρώτα θα ιδής τον γείτονα και ύστερα τον ήλιο
Αγακίδης, Ι. (1895) -
Σ την αναβροχιά καλό είναι και το χαλάζι
Αγακίδης, Ι. (1895) -
Σ την καλή την προβατίνα κρεμούν το κωδούνι
Αγακίδης, Ι. (1895)Ερμηνεία: Εις την εύμορφον γυναίκα αποδίδουσι αι κακαί γλώσσαι λόγους ανηθικότητος -
Σε καρτερούσα σαν ο μπούφος το πουλί
Αγακίδης, Ι. (1895) -
Σήκωσε κεφάλι
Αγακίδης, Ι. (1895) -
Σκύλος π' αλυκτάει δεν τρώγει
Αγακίδης, Ι. (1895) -
Σκύλος που γαυγίζει δε δαγκώνει
Αγακίδης, Ι. (1895) -
Σκυλί δεμένο μανδρί δε φυλάγει
Αγακίδης, Ι. (1895) -
Τ' άγνεθα τ' αγύφαντα απάνω σ τον πλοκό πλουμένα
Αγακίδης, Ι. (1895) -
Τα άσπρα χρήματα είναι διά τες μαύρες μέρες
Αγακίδης, Ι. (1895) -
Τα αγαθά τ' αγύφαντα ς πλακό απλωμένα
Αγακίδης, Ι. (1895) -
Τα γηράματα τύφλες και σκοντάματα
Αγακίδης, Ι. (1895)