Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 1531-1550 από 3657
-
Η γεναίκα θέλει λάϊν, τζαί πάλιλ λάϊν, τζαί της αρκολιάς το λάϊν
(1940)Είναι τόσον πολυδάπανος η γυναίκα και εις τόσας ανάγκας έχει να επαρκέση ώστε και τον ισχνότερον πόρον κέρδους να τον χρειάζεται -
Η γεναίκα που γεννά ξαναγενιέται
(1940)Είτε διότι αποκτώσα διαδόχους, διαιωνίζει το είδος, είτε και διότι αναπαύεται συνήθως και διαιτάται θρεπτικώτερον -
Η γλώσσα η γλυτζειά βκάλλει το θερκόμ που την τρύπαν
(1940)Ευγενώς συμπεριφερόμενοι αφοπλίζομεν και τους πλέον σκληροτράχηλους -
Η γλώσσα κόκκαλα εν έschει τζιαι κόκκαλα τσακίζει
(1940)Με τα λόγια σου μπορείς να κάμης πάρα πολύ μεγάλον κακόν εις τινα, μέχρι σημείου να του σπάσης κόκκαλο -
Η γλώσσα κόκκαλα εν έσει τζαι κόκκαλα τσακίζει
(1940)Ιδίως όταν δικαίως μεμφόμεθα αλλά και όταν κακολογώμεν -
Η γλώσσα του εν τρώεται μήτε με το λάϊν, μήτε με το ξύ(δ)ϊν
(1940)Επί των εχόντων υβριστικήν γλώσσαν -
Η γλώσσα του εψ ψαλλίδιν
(1940) -
Η γλώσσα του κόβκει σαν το ψαλλίδιν
(1940) -
Η γλώσσα φακκά τζει που πονεί το δόντι
(1940)Αναχαιτίζεται από τον πόνον που θα επροξενοίτο εις το δόντι ανεξηκολούθει κινουμένη -
Η γνώμη έμ που κάτω που τηψ ψυσήν. Άμ μέξ ξεβή η ψυσή εν αλλάσει η γνώμη
(1940)Ως διατυπούται σχηματίζεται η εντύπωσις ότι αφού ξεβή η ψυχή τότε αλλάσει η γνώμη. -
Η γνώμη έμ που κάτω που τηψ ψυσήν. Βκαίνει η ψυσή τζ' ύστερα η γνώμη
(1940)Ο χαρακτήρ είναι αμετάβλητος μέχρι τέλους της ζωής μας. -
Η γνώμη των πολλών – κάμνει τον άθθρωπον πελλόν
(1940)Αι πολλάι γνώμαι, αλληλοσυγκρουόμεναι μάλιστα, επισκοτίζουσι την σκέψιν και φέρουσιν εις απορίαν. -
Η γυναίκα το μαλλίν, τζ' άθθρωπος το μουστάτζιν, θωρεί το μαντερέβκεται τζ' έσει το για καμάριν
(1940)Ήτο παρήφανος η κοπέλλα, που είχε χοντρόν βρούλλον, και μακρύν και οι άνδρες καλά στριμμένον μουστάκι -
Η Δευτέρα, Τρίτη μπαίννει τζ' η Τετράδη κατεβαίνει τζαι η Πέφτη εγ κοντά της τζ' η Παρασσευκή κλουθά της Σάββατον κουντούρα μέρα Τζερκατζή καλοκαρτούσα τζαι Δευτέρα μουρμουρούσα
(1940)Το Σάββατον, που εσυνηθίζετο γενική καθαριότης, μπουγάδα, φουρνισμα ψουμιών κλπ. εφαίνετο μικρά η ημέρα ένεκα των πολλών εργασιών. Καλόκαρδη ήτο η Κυριακή λόγω της αργίας