Πλοήγηση Παροιμίες ανά Συλλογέα "Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη"
-
Πού στο διάβολο πήγε
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1959)Ερμηνεία: Ένας πήγαινε κάπου για μια δουλειά και πολύ αργούσε να έλθη -
Πούλ΄σα την κάππα μ'
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Είχα τόσο μεγάλη ανάγκη, που πούλησα ακόμα και το σκέπασμα που σκεπάζομαι -
Πουλεί το γάϊδαρο για μητροπολίτη
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Άνθρωπος απατεών, που γελά τον αγοραστή και πουλεί το μηδαμινό για πολύτιμο -
Πουλιά με το στόμα να πιάν΄ η γυναίκα, πάλι δεν προφθαίνει
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Της γυναίκας η δουλειά πόσο βαρειά ήταν τα περασμένα -
Πουλιά να πιάνης με το στόμα, πάλε δε θα τον ευχαριστήσηγς
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Για τον αχάριστο και ιδιότροπο εργοδότη που όσο άξιος και προκομμένος να είναι ο εργάτης του, αυτός ποτέ δεν μένει ευχαριστημένος -
Πρόστυχο άνθρωπο, κι' άγιο λείψανο αν γίνη, μη τον προσκυνήσης
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Ο πρόστυχος και σε μεγάλα αξιώματα ν' ανέβη, πάλι πρόστυχος θα είναι -
Προσκυνημένο κεφάλι σπαθί δεν το κόβει
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Το σκλάβο που έρριχνε το κεφάλι και προσκυνούσε τον τουρκο, δεν τον έκοφτε το σπαθί του -
Προφάσεις εν αμαρτίαις
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Δικαιολογείται όταν δεν κάνη ένα τι που έπρεπε -
Πρώιμο πουλί, πρώιμα λαλεί
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Όποιος αρχίζει νωρίς τις δουλειές του, εγκαιρως τις τελειώνει -
Πώς έμεινε εννιά μήνες στην κοιλιά της μάννας του;
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Για ένα που δεν έχει καθόλου υπομονή -
Πώς θαρρείς τον άλλονα; Σάν τον εαυτό μ'
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956) -
Πώς θωρείς τον άλλονε; σαν τον εαυτό σου
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1959)Ο κακός νομίζει τους άλλους κακούς και ο καλός καλούς και πολλές φορές την παθαίνει -
Πως παν οι πεθαμένοι στον Άδη; Βλέποντας ο ένας τον άλλον
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Οι άνθρωποι μιμούνται και ο ένας πηγαίνει πίσω απο τον άλλον -
Ράφτε, ξύλωνε, δουλειά μή σε λείπη
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Γιά ένα πού δεν προσέχει όταν κάνη μιά δουλειά, και την χαλνά γιά να την ξανακάνη -
Ρίχνω στ' άδεια, να πιάση στα γεμάτα
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Όταν ένας από σκοπού λέγει δικές του ιδέες και τις παρουσιάζει ως δήθεν ιδέες του αντικρινού του, με τον σκοπό να μάθη και εξιχνιάση την πραγματική σκέψη και διάθεση του ομιλητού του -
Ρώτ'σαν τον λύκο, γιατί είναι ο λαιμός του χοντρός, και κείνος είπε γιατί κυττάζω μοναχός μου τη δουλειά
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Ο ίδιος πάντοτε καλύτερα κάμνει τη δουλειά του από τον ξένο -
Ρωτώντας ρωτώντας, πάγει κανείς στο Μπαγντάτι
Σταμούλη – Σαραντή, Ελπινίκη (1956)Όταν ρωτά κανείς μπορεί να πάγη σ' όποιο μέρος θέλει και πολύ μακριά. Το Βαγδάτι τότε θεωρούνταν ο πιο μακρυνός τόπος