Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "Τάζω"
Αποτελέσματα 103-122 από 252
-
Όdε σου τάξουνε τ' αρνάκι, βάστα και το λιταράκι
(1963)Δηλ. Όταν σου προσφέρουν ή σου υποσχεθούν κάτι, να μη χάνης την ευκαιρία, παρά να σπεύδης να το παίρνης. Λιταράκι= σχοινάκι -
Όντε σου τάσσουνε το γουρουνάκι, βάλε το στο σακουλάκι
(1963)η μη αναβολή Όντε= όταν Τάσσουνε= υπόσχονται -
Όπου τάζει και γελά δεν είν άνθρωπος
(1876) -
Όταν θέλης να κάμης οχτρό τάξε του τσαι ελασέ το
(1932)Υποσχόμενος προθύμως αλλά μη εκτελών τα υπεσχημένα δημιουργείς δυσαρεσκείας. -
Ολίγα πίστευε οποίου πολλά σου τάζει
(1940)Ιταλ. Gredi pochi a chi promette molti- (poco... molto) -
Παιδιού και άγιου μη τάξης
(1922) -
Παιδιού κι Αγίου μην τάξης
(1937) -
Παιδιού κι Αγίου μην τάξης
(1923) -
Παιδιού μη dάξης
(1963) -
Πής εκεί π' τουν είχα ταμένον
(1926)