Αgούρ κι αgούρ χρόνος, Σκλυβργιά και σώβρακο
Σχόλια / Περίσταση εκφοράς
Η παροιμία αυτή λεγόταν στο Αυδήμι σπανιώς όμως ολόκληρη και ήταν για τους πολλούς ακατάληπτη. (Στη Ραιδεστό έμαθα και την έννοιά της και το ιστορικό της): Ήταν κάποτε ένας μπακτσαβάνης που δούλευε μισθωτός και δεν ήξερε ούτε γράμματα, ούτε αριθμούς, ούτε μέρες και μήνες. Καταλάβαινε μόνο ότι μπήκε καινούργιος χρόνος όταν φύτρωναν τα αγγούρια. Δεν πήγαινε πουθενά παρά μόνο το χρόνο μια φορά στα μαναγύρι που γινόταν στη Σκλύβρια στις 8 Σ/βρίου κι αγόραζε κάθε φορά ένα σώβρακο. Κι όταν κατόπι θα έφευγε από το μακτσαβανιό δεν υπήρχε άλλος τρόπος να βρη πόσα χρόνια δούλευε, για να πληρωθή, παρά να μετρήση τα σλωβρακα, τα οποία οι παραμυθάδες έλεγαν ότι ήταν 13 και ότι τα φορούσε όλα