Αναζήτηση
Αποτελέσματα 31-40 από 66
Τη δουλειά σου και τόργο σου ψιλό
(1919)
Πρός γυναίκα. Σημ. Όργο (το) = νήμα το χειροποίητον
Του χωριάτη το σκοινί μονό δέ φτάνει και διπλό αβαντζαίρνει
(1919)
Αβαντζαίρνει = περισσεύει
Ο λόγος σου μ' εχόρτασε και το ψωμί σου φάτο
Με αρκεί ο καλός σου λόγος