Αναζήτηση
Αποτελέσματα 21-30 από 207
Απου ράφτει και ξεπαραλεί κι' απου χαλά και χτίζει, μούδ' η δουλειά του φαίνεται μούδ' όφκερος καθίζει
(1920)
Ξεπαραλώ = ξυλώνω ύφασμα τι ή υπόδημα τι εξάγων της κλωστήν της ραφής
Η λευτεριά βασίλειο καί η σκλαβιά καδένα καί διάλεξε, παιδάκι μου, από τά δύο ένα
(1920)
Καδένα = άλυσσος (δεσμά, ζυγός)
Σαν πεινας και δε νυστάζεις όσο θέλεις κουρκουμόσου
(1920)
Κουρκουμόσου κουρκουμόνομαι = σκεπάζομαι, και ύπτομαι ετελώς όλος με σκεπασμάτι...
Το ένα αντόντι ξεκουνά και τ' άλλο
(1920)
Αντόντι = δόντι, οδούς, ξεκουνώ = κινώ, το κάμνω και κινείται...